current views are: 2

6 Απριλίου 2015
Δημοσίευση11:25

Δημοσιονομικό Συμβούλιο που θα αξιολογεί τα κόμματα; Γιατί όχι;

Ένα από τα στοιχήματα της νέας Κυβέρνησης είναι να πείσει τους εταίρους, αλλά και τις αγορές, ότι είναι αποφασισμένη να διατηρήσει τη χώρα σε μια σταθερή και βιώσιμη δημοσιονομική τροχιά.

Δημοσίευση 11:25’
αρθρο-newpost

Ένα από τα στοιχήματα της νέας Κυβέρνησης είναι να πείσει τους εταίρους, αλλά και τις αγορές, ότι είναι αποφασισμένη να διατηρήσει τη χώρα σε μια σταθερή και βιώσιμη δημοσιονομική τροχιά.

Του Ντίνου Ρητινιώτη

Ένα από τα στοιχήματα της νέας Κυβέρνησης είναι να πείσει τους εταίρους, αλλά και τις αγορές, ότι είναι αποφασισμένη να διατηρήσει τη χώρα σε μια σταθερή και βιώσιμη δημοσιονομική τροχιά. Για να το πετύχει, απαιτούνται νέες και σοβαρές παρεμβάσεις στο πλαίσιο άσκησης δημοσιονομικής πολιτικής, όπως είναι το Δημοσιονομικό Συμβούλιο, το οποίο αν και θεσπίστηκε πέρυσι, δεν έχει υλοποιηθεί ακόμα. Η κυβέρνηση, αν και από τη θέση της αντιπολίτευσης υπήρξε αρνητική στη θέσπιση του Δημοσιονομικού Συμβουλίου, προχωρά σήμερα στην ενεργοποίηση και στην περαιτέρω αναβάθμισή του, περιλαμβάνοντάς το ήδη στην πρώτη (από τις πολλές που ακολούθησαν) λίστα του Γιάνη Βαρουφάκη προς τους «θεσμούς».

Τι είναι, όμως, και τι προβλέπεται να κάνει το Δημοσιονομικό Συμβούλιο; Πρόκειται ουσιαστικά για μία ανεξάρτητη αρχή η οποία θα ελέγχει, θα αξιολογεί και θα παρεμβαίνει  στην πορεία των δημόσιων οικονομικών της χώρας, όπως συμβαίνει άλλωστε και σε πολλές άλλες οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης -και όχι μόνο. Συγκεκριμένα, προβλέπεται να αναλύει και να παρακολουθεί τις δημοσιονομικές πολιτικές και επιδόσεις, να αναλύει και να αναπτύσσει μακροοικονομικές και δημοσιονομικές εκτιμήσεις και προβλέψεις, να παρακολουθεί την εναρμόνιση με τους δημοσιονομικούς κανόνες, αλλά και να προτείνει πιθανές πολιτικές σε πεδία της οικονομικής πολιτικής. Θα είναι με λίγα λόγια ένα δημοσιονομικό watchdog. Προβλέπεται μάλιστα και προοπτική συνεργασίας του Δημοσιονομικού Συμβουλίου με υπάρχουσες ερευνητικές και επιστημονικές δομές του κράτους, όπως το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), επιτυγχάνοντας οικονομίες κλίμακας και αποτελεσματικές συνέργειες.

Σε μία πρώτη ανάγνωση, λαμβάνοντας υπόψη και τις εξελίξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, φαντάζει ως μία θετική θεσμική μεταρρύθμιση και είναι σημαντικό που έχει, πλέον, τη μεγαλύτερη αποδοχή του πολιτικού κόσμου.

Οι δυνατότητες εξέλιξης του νέου θεσμού είναι πολλές. Μάλιστα, όπως σημειώνει ο ερευνητής του ΚΕΠΕ κ. Χρήστος Τριαντόπουλος, σε πρόσφατη εργασία του, που δημοσιεύθηκε στο Παρατηρητήριο της Κρίσης, το Δημοσιονομικό Συμβούλιο θα μπορούσε να αποτελέσει μία αποτελεσματική -σε όρους κοινωνικής αξιοπιστίας και αποδοχής- πλατφόρμα αξιολόγησης των οικονομικών προγραμμάτων των κομμάτων κατά την προεκλογική περίοδο. Αν μη τι άλλο, μια τέτοια προοπτική -αν και πρωτόγνωρη για την Ελλάδα- αποτελεί μία ενδιαφέρουσα μεταρρυθμιστική πρόταση που θα βοηθήσει σημαντικά στη βελτίωση της λειτουργίας της δημοκρατίας και της εδραιωμένης στην κοινωνία σχετικά με το πολιτικό σύστημα. Ταυτόχρονα, θα περιορίσει στο βαθμό του δυνατού τα φαινόμενα λαϊκισμού από την πλευρά των κομμάτων. Βέβαια, όπως σημειώνει ο κ. Τριαντόπουλος, για να επιτευχθεί αυτή η διαρθρωτική αλλαγή θα πρέπει να υπάρχει μία σειρά από προϋποθέσεις και συνθήκες, όπως: Η ενίσχυση της θεσμικής ανεξαρτησίας του δημοσιονομικού συμβουλίου, η ξεκάθαρη διάκρισή του από την πολιτική, η επίτευξη ευρείας πολιτικής αποδοχής, η ύπαρξη μιας περιόδου «προσαρμογής» ώστε να αναληφθεί αυτή η ευθύνη και η διασφάλιση της σαφήνειας των κανόνων και των διαδικασιών αξιολόγησης. 

Όπως και να έχει, σε μία περίοδο που η κοινωνία φαίνεται να γυρνά την πλάτη στο πολιτικό σύστημα, μία τέτοια μεταρρύθμιση θα μπορούσε να διαμορφώσει τις συνθήκες για την επιστροφή προς ένα περισσότερο αξιόπιστο περιβάλλον.