current views are: 1

9 Σεπτεμβρίου 2013
Δημοσίευση10:40

Το γερμανικό εκλογικό σύστημα των παραδόξων

Ιδιαίτερα πολύπλοκο μπορεί να χαρακτηριστεί το γερμανικό εκλογικό σύστημα, που εφαρμόζεται από το 1953 αφού εκτός από τις ευνοϊκές συνθήκες που δημιουργεί για το σχηματισμό κυβερνήσεων συνεργασίας περιλαμβάνει αρκετά παράδοξα, όπως την ψήφο σε δύο κόμματα και τις υπεράριθμες έδρες.

Δημοσίευση 10:40’
αρθρο-newpost

Ιδιαίτερα πολύπλοκο μπορεί να χαρακτηριστεί το γερμανικό εκλογικό σύστημα, που εφαρμόζεται από το 1953 αφού εκτός από τις ευνοϊκές συνθήκες που δημιουργεί για το σχηματισμό κυβερνήσεων συνεργασίας περιλαμβάνει αρκετά παράδοξα, όπως την ψήφο σε δύο κόμματα και τις υπεράριθμες έδρες.

Γράφει ο Βαγγέλης Βιτζηλαίος

Ιδιαίτερα πολύπλοκο μπορεί να χαρακτηριστεί το γερμανικό εκλογικό σύστημα, που εφαρμόζεται από το 1953 αφού εκτός από τις ευνοϊκές συνθήκες που δημιουργεί για το σχηματισμό κυβερνήσεων συνεργασίας περιλαμβάνει αρκετά παράδοξα, όπως την ψήφο σε δύο κόμματα και τις υπεράριθμες έδρες.

Πρόκειται για ένα μεικτό εκλογικό σύστημα, με χαρακτηριστικά τόσο του πλειοψηφικού, όσο και του αναλογικού συστήματος.

«Διαβατήριο» για την είσοδο ενός κόμματος στο κοινοβούλιο είναι το ποσοστό του 5%. Το -ιδιαίτερα υψηλό- ποσοστό αυτό ορίστηκε με γνώμονα τη διατήρηση της κοινοβουλευτικής σταθερότητας, αποτρέποντας την παρουσία μικρών και κυρίως ακραίων (ακροδεξιών κυρίως) κομμάτων στη Βουλή, απόρροια της μνήμης της Βαϊμάρης. Παρ’ όλα αυτά υπάρχει εξαίρεση για το ποσοστό σε περιπτώσεις κομμάτων με υποψηφίους που επικρατούν σε τουλάχιστον τρεις εκλογικές (μονοεδρικές) περιφέρειες.

Μία κάλπη, δύο ψήφοι

Με την «πρώτη ψήφο» (Erststimme) ο ψηφοφόρος επιλέγει τον υποψήφιο που επιθυμεί. Η Γερμανία αποτελείται από 299 εκλογικές περιφέρειες, μία ανά 250.000 κατοίκους. Κάθε κόμμα μπορεί να έχει έναν υποψήφιο σε κάθε μία από αυτές. Παράλληλα, μπορούν να υπάρξουν και ανεξάρτητοι υποψήφιοι εάν συμπληρώσουν τουλάχιστον 200 υπογραφές από τους υποστηρικτές τους. Ο υποψήφιος με τις περισσότερες ψήφους εκλέγεται στην εκάστοτε περιφέρεια (απλή πλειοψηφία).

Η «πρώτη ψήφος» γεμίζει τις μισές από τις 598 έδρες της Bundestag (Άνω Βουλή), διασφαλίζοντας ότι υπάρχει εκπροσώπηση για κάθε περιοχή. Οι υποψήφιοι των μεγαλύτερων κομμάτων κυριαρχούν, συνήθως σε αυτό το κομμάτι με τα μικρότερα κόμματα να ποντάρουν στην επόμενη επιλογή.

Η «δεύτερη ψήφος» (Zweitstimme) πηγαίνει προς το πολιτικό κόμμα και ουσιαστικά «συμπληρώνει» τις έδρες της, με τα κόμματα να λαμβάνουν αριθμό βουλευτών, ανάλογο με το ποσοστό που συγκέντρωσαν (απλή αναλογική), διαμορφώνοντας τις κοινοβουλευτικές ομάδες.

Τα κόμματα διαμορφώνουν τις λίστες με τους υποψηφίους για κάθε κρατίδιο -με τα μεγαλύτερα από αυτά να εκλέγουν και περισσότερους αντιπροσώπους σε σχέση με τα μικρότερα- με λίγα μόνο ονόματα να εμφανίζονται στα ψηφοδέλτια. Έτσι, ο ψηφοφόρος επιλέγει το κόμμα όμως δεν μπορεί να ξέρει, τελικά, ποιοι υποψήφιοι θα μπουν στο κοινοβούλιο.

Ουσιαστικά ο πολίτης έχει τη δυνατότητα να ψηφίσει δύο κόμματα (στη μονοεδρική της εκλογικής περιοχής του ή στην περιφέρειά του).

Αντιδράσεις για το σύστημα

Το σύστημα αυτό, έχει προκαλέσει ουκ ολίγες αντιδράσεις, αφού πολλοί μιλούν για αδιαφάνεια. Για παράδειγμα, επισημαίνει η DW, η Άνγκελα Μέρκελ θα είναι στην πρώτη θέση του ψηφοδελτίου του CDU στο Μέκλεμπουργκ – Δυτική Πομερανία. Αυτό είναι το κρατίδιο στο οποίο υπάγεται η εκλογική της περιφέρεια. Έτσι, έχει δύο ευκαιρίες για να εκλεγεί ως μέλος της Bundestag. Εάν λάβει τις περισσότερες ψήφους στην περιφέρειά της, εκλέγεται αυτομάτως. Αλλά και να μην τα καταφέρει μπορεί να το πετύχει μέσω του ψηφοδελτίου του κόμματός της.

Οι επικριτές του γερμανικού εκλογικού συστήματος διαφωνούν επίσης και με την επιλογή των κομμάτων να διαμορφώνουν τα ψηφοδέλτιά τους πίσω από κλειστές πόρτες, ενώ άλλοι θεωρούν ιδιαίτερα πολύπλοκη τη διαδικασία.

Και πως να μην είναι, αφού σε αρκετές περιπτώσεις κάποιο κόμμα μπορεί να λάβει περισσότερες έδρες από την πρώτη ψήφο (Überhangmandate) και να τις διατηρήσει, προοπτική που ευνοεί τα μεγάλα κόμματα όπως το CDU και το SPD. Το Συνταγματικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι τους δίνεται προβάδισμα, γι’ αυτό και στις εκλογές θα δοθούν έξτρα έδρες σε μικρότερα κόμματα. Με τις «παραπανίσιες» έδρες, η Κάτω Βουλή απαρίθμησε 622 μέλη την τετραετία 2009-2013 και αναμένεται να αυξηθούν.

Είναι ενδεικτικό ότι στις εκλογές του 1994 ο καγκελάριος Χέλμουτ Κολ εκμεταλλεύθηκε τις υπεράριθμες έδρες αυξάνοντας την κοινοβουλευτική δύναμη του συνασπισμού των Χριστιανοδημοκρατών και Φιλελευθέρων. Λέτε να έχουμε επανάληψη της ιστορίας, τηρουμένων των ρευστών ισορροπιών για τους συμμάχους του «σίγουρου» CDU της Μέρκελ; Η απάντηση το βράδυ της 22ας Σεπτεμβρίου.


σχετικα αρθρα