current views are: 1

19 Αυγούστου 2019
Δημοσίευση20:40

Κομματική «αιμορραγία» στη Γερμανία: Η δυσπιστία αυξάνεται, τα εγγεγραμμένα μέλη μειώνονται

Σε αντίθεση με τα μεγάλα κόμματα, τα μικρότερα ακολουθούν ανοδική πορεία

Δημοσίευση 20:40’
αρθρο-newpost

Σε αντίθεση με τα μεγάλα κόμματα, τα μικρότερα ακολουθούν ανοδική πορεία

Ο αριθμός των εγγεγραμμένων μελών στα πολιτικά κόμματα της Γερμανίας αποτελεί ίσως τον πιο εγγυημένο δείκτη για τις μεταβολές στο πολιτικό θερμόμετρο της χώρας. Τα δύο μεγάλα κόμματα –οι συντηρητικοί και οι Σοσιαλδημοκράτες—δεν σταματούν να αιμορραγούν κομματικά, ενώ οι μικρότερες μεν παρατάξεις, αλλά με συνεχή ανοδική εκλογική πορεία, οι Πράσινοι, ή οι ακροδεξιοί, ακολουθούν την αντίστροφη κι ανοδική πορεία, σύμφωνα με τα στοιχεία που συνέλεξε το Πανεπιστήμιο του Βερολίνου.

Ήδη τα δύο μεγάλα κόμματα μοιάζουν να είναι η σκιά των κραταιών παρατάξεων που κάποτε ήσαν. Σήμερα, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) έχει λιγότερα από τα μισά εγγεγραμμένα μέλη (53,6%) από εκείνα που βρίσκονταν στα μητρώα του μετά την ενοποίηση της Γερμανίας το 1990. Δηλ. σήμερα την κομματική ταυτότητα διαθέτουν 505.648 λιγότερα μέλη. Τον περασμένο χρόνο, το SPD κατέγραψε ακόμη μία αλγεινή κάθοδο, κατά 1,2%. Εντούτοις, ακόμη και μετά τα καταστροφικά εκλογικά του αποτελέσματα στις δύο τελευταίες αναμετρήσεις, το SPD εξακολουθεί να είναι το κόμμα με τα περισσότερα εγγεγραμμένα μέλη, περίπου μισό εκατομμύριο.

Αλλά και οι Χριστιανοδημοκράτες (CDU) της καγκελαρίου Άνγκελας Μέρκελ δεν είναι σε καλύτερη μοίρα. Μόνον κατά το περασμένο έτος, το CDU απώλεσε 11.005 μέλη, που μεταφράζεται σε 2,6% λιγότερους εγγεγραμμένους στις τάξεις του από το προηγούμενο έτος. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, το μεγάλο αυτό συντηρητικό κόμμα έχει απωλέσει το 47,5% από τα μέλη του, που αριθμητικά μεταφράζεται σε 374.704 μέλη.

Στον αντίποδα της ζοφερής τούτης εικόνας βρίσκονται οι Πράσινοι, που οι σφυγμομετρήσεις παρουσιάζουν ως τη δεύτερη σε πρόθεση ψήφου παράταξη. Τον προηγούμενο χρόνο 10.246 νέα μέλη ενεγράφησαν στα μητρώα της, μία αύξηση 15,7%, που μεταφράζεται και στην μεγαλύτερη εγγραφή μελών από το 1985. Συνολικά, από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, η αύξηση των μελών του κόμματος έχει σημειώσει άνοδο 82,3%.

Ακόμη πιο εντυπωσιακή είναι η αύξηση των μελών του ακροδεξιού AfD. Το κόμμα έφθασε τα 33.516 μέλη, μία δύναμη που ωστόσο είναι ακόμη μικρότερη από τα μισά μέλη των Πρασίνων και αποτελεί τον μικρότερο αριθμό μελών από τα επτά κόμματα που εκπροσωπούνται στο Κοινοβούλιο. Το περασμένο έτος, ο αριθμός των μελών της ακροδεξιάς παράταξης αυξήθηκε κατά 21,3%, ενώ στις τελευταίες εκλογές το κόμμα αναδείχθηκε στην τρίτη πολιτική δύναμη της χώρας και συνιστά την αξιωματική αντιπολίτευση στο Κοινοβούλιο.

Εν γένει, η μείωση των εγγεγραμμένων μελών στα μεγάλα κόμματα αποτελεί μία σταθερή τάση. «Παρατηρούμε μία διαρκή κάμψη της κοινωνικής ένταξης στα πολιτικά κόμματα», που συνολικά η απώλειά τους ανέρχεται σχεδόν στο 50% των μελών που είχαν αυτά στις αρχές του ’90, με την εξαίρεση των Πρασίνων και του ακροδεξιού AfD, διαπιστώνει ο συντάκτης της έρευνας Όσκαρ Νίντερμαγερ.

Το φαινόμενο τούτο δεν είναι αποκλειστικά γερμανικό, σε μία εποχή που ο τρόπος συμμετοχής του κόσμου στα πολιτικά κόμματα έχει μεταβληθεί και πλέον οι πολίτες δεν αισθάνονται την ανάγκη να στρατευθούν σε κάποια παράταξη για μεγάλο χρονικό διάστημα, επισημαίνει και η διευθύντρια του Ινστιτούτου Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Γκίσεν Ντοροτέ ντε Νέβε.

Για την ίδια, οι συνέπειες της διαρκούς μείωσης εγγεγραμμένων μελών είναι «σοβαρές» καθώς «τα συμφέροντα της κάθε παράταξης δεν υπαγορεύονται πλέον από τις βάσεις προς τα επάνω, διότι πλέον οι βάσεις αυτές δεν είναι ευρείες. Απεναντίας, τα κόμματα πια προσφεύγουν όλο και πιο συχνά σε δημοσκοπήσεις για να γνωρίσουν τις τάσεις και τις προσδοκίες των πολιτών». Ο κίνδυνος να αποσυνδεθούν τα συμφέροντα και οι ανησυχίες των πολιτών από τα κόμματα μεγαλώνει συνεχώς και ο φαύλος κύκλος αυτός αποτυπώνεται και στις εκλογικές αποτυχίες των μεγάλων κομμάτων. Όπως εξηγεί η ντε Νέβε, από οργανωτικής πλευράς η λειψανδρία μελών, που εθελοντικά θα καλύψουν λειτουργικές και οργανωτικές ανάγκες τους, ωθεί τα κόμματα να στρατολογούν όλο και συχνότερα ιδιωτικές εταιρείες για να αναλάβουν, πχ την διαχείριση της προεκλογικής εκστρατείας. «Επιπλέον», τονίζει, «λιγότερα μέλη συνεπάγεται και μικρότερα έσοδα από εγγραφές, σε καιρούς που οι λειτουργικές ανάγκες, τα έξοδα για διαφήμιση, εκστρατείες, κι έρευνες, αυξάνονται για τα κόμματα».

Τόσο ο Νιντερμάγερ, όσο και η ντε Νέβε συμφωνούν πως πλέον δεν είναι οι κομματικές οργανώσεις, αλλά η επικαιρότητα εκείνη που υπαγορεύει τη βούληση των πολιτών για ενεργό συμμετοχή στα πράγματα. Στην περίπτωση της Γερμανίας, η πολιτική θεματολογία οδηγεί στην πολιτική πόλωση: «το μεταναστευτικό και το κλίμα αποτελούν τα φλέγοντα θέματα. Οι Πράσινοι και το AfD συνιστούν τους δύο πόλους της αντιπαράθεσης κι αυτό προσελκύει πολλούς πολίτες», τονίζει ο Νίντερμαγερ.

Μολονότι το CDU κέρδισε τις εκλογές του Οκτωβρίου 2017, η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ δεν συγκέντρωσε την απαραίτητη πλειοψηφία για να σχηματίσει κυβέρνηση. Η τρίμηνη κωλυσιεργία στις διαπραγματεύσεις με τους Σοσιαλδημοκράτες για τον σχηματισμό κυβέρνησης Μεγάλης Συμμαχίας (GroKo) αύξησε την αποστροφή ευρείας μερίδας πολιτών–κυρίως των νέων–απέναντι στα μεγάλα κόμματα, ιδίως τους Σοσιαλδημοκράτες. Κατά τη ντε Νέβε, οι ψηφοφόροι αισθάνονται πλέον πως τα μεγάλα κόμματα αδιαφορούν για τα σοβαρά προβλήματα της κοινωνίας, όπως το περιβάλλον, η ανεργία και το μεταναστευτικό. Και είναι φυσικό να στρέφονται αλλού.

Πηγή: ElPais, El Publico, ΑΠΕ


σχετικα αρθρα