current views are: 6

31 Οκτωβρίου 2018
Δημοσίευση10:44

Ινδία: Εγκαινιάζεται σήμερα το ψηλότερο άγαλμα του κόσμου

Το άγαλμα απεικονίζει τον Σαρντάρ Πάτελ, πρωτοπόρο στον αγώνα της χώρας για ελευθερία εναντίον των Βρετανών.

Δημοσίευση 10:44’

Το άγαλμα απεικονίζει τον Σαρντάρ Πάτελ, πρωτοπόρο στον αγώνα της χώρας για ελευθερία εναντίον των Βρετανών.

Ο Πρωθυπουργός της χώρας, Ναρέντρα Μόντι, θα εγκαινιάσει την επιβλητική αυτή κατασκευή, που βρίσκεται σε ένα νησί στις όχθες του ποταμού Ναρμάντα στο δυτικό κράτος του Γκουτζαράτ, κατά την 143η επέτειο της γέννησης του Πάτελ.

Το άγαλμα, ύψους 182 μέτρων (ή 240 μέτρων, αν συμπεριλάβουμε και τη βάση του), ξεπερνάει εκείνο του Βούδα στο Ναό της Άνοιξης στην Κίνα, με ύψος 128 μέτρα, που μέχρι τώρα κατείχε το ρεκόρ για το ψηλότερο άγαλμα του κόσμου. Επιπλέον, το «Άγαλμα της Ενότητας», όπως ονομάζεται, είναι διπλάσιο σε μέγεθος από το «Άγαλμα της Ελευθερίας» στη Νέα Υόρκη.

Κατασκευάστηκε από την εταιρεία μηχανικής και υποδομών Larsen & Toubro, χρησιμοποιώντας μερικά υλικά που φτιάχτηκαν στην Κίνα και συνολικά χρειάστηκε πάνω από 18.000 τόνους ενισχυμένου χάλυβα και 1.700 τόνους χαλκού.

Γεννημένος στο Γκουτζαράτ, ο Πάτελ ήταν δικηγόρος και πολιτικός στο Εθνικό Ινδικό Κογκρέσο και συνεργαζόταν στενά με τον Μαχάτμα Γκάντι. Ήταν ο πρώτος αναπληρωτής Πρωθυπουργός της χώρας και Υπουργός Εσωτερικών. Όλοι τον θυμόνται ως τον «Σιδηρό Άντρα», αφού διαμόρφωσε ένα νέο έθνος, πείθοντας 565 μικρά και μεγάλα πριγκιπικά κράτη να ενσωματωθούν σε αυτό.

Με το πέρασμα των χρόνων, αν και ανήκει στο αντίπαλο κόμμα, ο Μόντι υπήρξε διαχυτικός με τους επαίνους του για τον Πάτελ και δεν δίστασε να κατηγορήσει προηγούμενες κυβερνήσεις και κόμματα ότι προσπάθησαν να σβήσουν την κληρονομιά του. Η κατασκευή του αγάλματος ήταν ένα εγχείρημα του Πρωθυπουργού Μόντι, που το ξεκίνησε στις 31 Οκτωβρίου του 2013, ως Πρόεδρος του Γκουτζαράτ.

Το κόστος του έργου

Το Άγαλμα της Ενότητας κόστισε 430 εκατ. δολάρια. Τα περισσότερα από αυτά τα χρήματα προήλθαν από την κυβέρνηση και από εταιρείες του δημόσιου τομέα, όπως η Oil and Natural Gas Corporation και η Hindustan Petroleum. Φυσικά, αυτό προκάλεσε έντονες κριτικές για την κακή διαχείριση των χρημάτων από τους φορολογούμενους, ενώ θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την ανάπτυξη εσωτερικών υποδομών,  για την εκπαίδευση και την δημόσια υγεία, που είναι τομείς όπου υστερεί η χώρα.

Βέβαια, η Ινδία δεν έρχεται πρώτη φορά αντιμέτωπη με την σπατάλη υπέρογκων ποσών για την κατασκευή τεράστιων αγαλμάτων. Το 2016, η κυβέρνηση του δυτικού κράτους της Μαχαράστρα διέθεσε πάνω από 500 εκατ. δολάρια για την κατασκευή ενός τεράστιου αγάλματος  του βασιλιά του 16ου αιώνα, Shivaji Bhonsle, στις ακτές του Μουμπάι. Τότε, σχεδόν 54.000 Ινδοί υπέγραψαν ένα αίτημα κατά της σπατάλης αυτού του απίστευτου ποσού. Όμως, παρά την ύπαρξη μερικών αλλαγών στο σχέδιο, κυρίως του ύψους του αγάλματος, το έργο θα προχωρήσει κανονικά.

Η τοπική κοινωνία

Το άγαλμα του Πάτελ επικρίθηκε ακόμα από φυλετικές κοινότητες που ζούσαν εκεί κοντά και αναγκάστηκαν να μετακινηθούν αλλού λόγω του έργου. Σχεδόν 1.500 άνθρωποι από κοντινό χωριό ισχυρίζονται ότι έχασαν την εδαφική τους περιουσία και δεν έχουν ακόμα αποζημιωθεί. Επιπλέον, 75.000 άτομα σχεδιάζουν να κάνουν μια μαζική διαδήλωση στις 31 Οκτωβρίου κατά των εγκαινίων.

Ακόμα, οι αγρότες του Γκουτζαράτ είναι δυστυχισμένοι, επειδή παλεύουν εναντίον της ξηρασίας και των μειωμένων εισοδημάτων. Δηλώνουν συγκλονισμένοι με την κυβέρνηση που σπαταλάει χρήματα σε ένα άγαλμα, ενώ εκείνοι δεν έχουν πρόσβαση σε φρέσκο νερό.

Ο αντίκτυπος στο περιβάλλον

Η τοποθεσία του αγάλματος επιλέχθηκε, επειδή βρίσκεται κοντά στο φράγμα Sardar Sarovar, που το είχε αρχικά οραματιστεί ο Πάτελ. Εγκαινιάστηκε από τον Μόντι πέρυσι και ήταν αντικείμενο σκληρής διαμάχης για δεκαετίες, αφού ακτιβιστές και φυλετικές κοινότητες εξέφραζαν τις ανησυχίες τους για τις οικολογικές επιπτώσεις και την απώλεια γης.

Οι ακτιβιστές επίσης κατηγόρησαν την κυβέρνηση ότι ξεκίνησε το έργο για το άγαλμα, χωρίς να λάβει υπ’ όψιν της περιβαλλοντικές αξιολογήσεις. Υποστήριξαν  ότι η κατασκευή του αγάλματος παραβιάζει τον Νόμο περί Προστασίας του Περιβάλλοντος του 1986 και απειλεί την ευαίσθητη οικολογία και βιοποικιλότητα της θάλασσας.

Παρόλα αυτά, το έργο συνεχίστηκε ανεμπόδιστο.  

Πηγή: Quartz


σχετικα αρθρα