current views are: 6

22 Οκτωβρίου 2016
Δημοσίευση13:18

«Σφίγγει» ο κλοιός των «κόκκινων» δανείων σε επιχειρήσεις και πολίτες

Σε σημείο μηδέν έχει φτάσει πλέον το πρόβλημα των ”κόκκινων” ,μη εξυπηρετούμενων δανείων επιχειρήσεων και πολιτών, με αποτέλεσμα την εντατικοποίηση των πλειστηριασμών τον τελευταίο καιρό, ακόμα και σε περιπτώσεις πρώτης κατοικίας.

Δημοσίευση 13:18’

Σε σημείο μηδέν έχει φτάσει πλέον το πρόβλημα των ”κόκκινων” ,μη εξυπηρετούμενων δανείων επιχειρήσεων και πολιτών, με αποτέλεσμα την εντατικοποίηση των πλειστηριασμών τον τελευταίο καιρό, ακόμα και σε περιπτώσεις πρώτης κατοικίας.

Σε σημείο μηδέν έχει φτάσει πλέον το πρόβλημα των ”κόκκινων” ,μη εξυπηρετούμενων δανείων επιχειρήσεων και πολιτών, με αποτέλεσμα την εντατικοποίηση των πλειστηριασμών τον τελευταίο καιρό, ακόμα και σε περιπτώσεις πρώτης κατοικίας.

Η αποχή των συμβολαιογράφων έχει ανακόψει, ωστόσο, το κύμα των πλειστηριασμών, ωστόσο ειδικοί προβλέπουν ότι όσο τα δάνεια δεν εξυπηρετούνται, τόσο οι διαδικασίες θα σημειώνουν αύξηση σε όλη την Ελλάδα.

Είναι χαρακτηριστικό, ότι σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, τον Ιούνιο του 2016, το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στην Ελλάδα ανήλθε σε 45,1% (από 4,5% το 2007), περίπου οκταπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου (5,7% το Μάρτιο του 2016).

Αξίζει να σημειωθεί ότι  ιδιαίτερα υψηλό είναι το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στα δάνεια προς πολύ μικρές επιχειρήσεις και επαγγελματίες (67,2%), στα δάνεια προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (59,9%) και στα καταναλωτικά δάνεια (55,3%). Στα στεγαστικά δάνεια ανέρχεται στο 44,7% (κοντά στο μέσο όρο), ενώ χαμηλότερο ποσοστό παρατηρείται στα δάνεια προς μεγάλες επιχειρήσεις (29,1%).

Την ίδια στιγμή, όσον αφορά στους επιμέρους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας, υψηλό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων παρατηρείται στην εστίαση (79,5%), στην κλωστοϋφαντουργεία (75,9%), στον κλάδο ξυλείας, χάρτου και επίπλων (71,7%) αλλά και στη γεωργία (62,7%).

 Αντίθετα, πολύ μικρό ποσοστό παρατηρείται στον κλάδο ενέργειας και πετρελαιοειδών (4,5%) και σχετικά μικρό στις χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις (27,5%)

Σύμφωνα με στοιχεία του Ιουνίου 2016, από ανοίγματα (δηλαδή δάνεια, εγγυητικές επιστολές κ.λπ.) ύψους 23,5 δισεκ. ευρώ που έχουν χορηγηθεί προς επιχειρήσεις των δύο προαναφερθέντων κλάδων, περισσότερα από τα μισά (12,9 δισεκ. ευρώ, 54,9%) καταγράφονται ως μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα. Τα 2/3 από αυτά αφορούν δάνεια που βρίσκονται σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών και καταγγελμένα δάνεια, ενώ το υπόλοιπο 1/3 αν και προς το παρόν εξυπηρετείται κανονικά κρίνεται ότι είναι αβέβαιης είσπραξης (δηλ. υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες να εμφανίσει πρόβλημα στο μέλλον).

Οι τράπεζες και οι επιχειρήσεις του κλάδου έχουν ήδη συνομολογήσει ρυθμίσεις για δάνεια ύψους 4,5 δισεκ. ευρώ, εκ των οποίων ένα σχετικά μεγάλο ποσοστό εμφανίζει εκ νέου πρόβλημα. Συνέπεια των παραπάνω είναι ότι η ποιότητα του χαρτοφυλακίου των κλάδων κατασκευών και διαχείρισης ακίνητης περιουσίας εμφανίζεται χειρότερη σε σύγκριση με το μέσο όρο των επιχειρηματικών δανείων (ποσοστό μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων 44,7%).

Σημειώνεται πάντως ότι για τους εν λόγω κλάδους οι τράπεζες έχουν σχηματίσει συσσωρευμένες προβλέψεις ύψους 6,4 δισ. ευρώ.

Το… ραντεβού της Τετάρτης στα Ειρηνοδικεία: Οι πλειστηριασμοί

Και μπορεί η αποχή των συμβολαιογράφων πρώτης κατοικίας από τους πλειστηριασμούς τις δύο προηγούμενες εβδομάδες να έχει μαλακώσει- έστω και για λίγο – το κλίμα για οφειλέτες και κινήματα, ωστόσο τα στοιχεία δείχνουν ότι οι διαδικασίες πλειστηριασμών ήρθαν για να μείνουν.

Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο οικονομολόγος της Εθνικής Τράπεζας Αλέξανδρος Βασιλειου, από το 2009 μέχρι το 2015 οι πλειστηριασμοί είχαν πτωτική πορεία, η οποία πλέον ανακάμφθηκε από το 2016 και αναμένεται να αυξηθεί ακόμα περισσότερο μέχρι το 2020, ενώ υπάρχει και αύξηση στους πλειοδότες.

Σε αυτή την αυξητική τάση περιλαμβάνονται οι πλειστηριασμοί του Δημοσίου και των ιδιωτών, ενώ οι πλειστηριασμοί για χρέη προς τις τράπεζες εξακολουθούν να είναι, επί της ουσίας, ελάχιστοι.

Αναφορικά, τέλος, με τη συμπεριφορά των ιδιωτών στους πλειστηριασμούς, διαπιστώνεται ότι τα ακίνητα πωλήθηκαν τελικά στην πραγματική αγοραία αξία τους, ενώ η τάση για πλειοδοτικό ενδιαφέρον μειώνεται από τα μέσα του πρώτου χρόνου της διαδικασίας για τα λιγότερα εμπορικά ακίνητα.