current views are: 8

9 Φεβρουαρίου 2017
Δημοσίευση16:34

WSJ: Που οφείλεται το αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις για την αξιολόγηση

Κανείς δεν θέλει άλλη μια κρίση του ελληνικού χρέους, ειδικά ενώ επίκεινται αποφασιστικές εκλογές στην Ευρώπη. Κανείς επί του παρόντος δεν θέλει να διώξει την Ελλάδα από την ευρωζώνη. Κανείς δεν πιστεύει ότι η Ελλάδα χρειάζεται μετά από οχτώ χρόνια δριμείας ύφεσης άλλη μια δόση λιτότητας. Κανείς δεν σκέφτεται σοβαρά ότι το τωρινό χρέος της Ελλάδας είναι βιώσιμο. Γιατί, λοιπόν, η Ελλάδα βρίσκεται ξανά στους τίτλους, γιατί το μέλλον της στην ευρωζώνη αμφισβητείται ξανά εν μέσω μιας σκληρής αντιπαράθεσης των δανειστών της

Δημοσίευση 16:34’

Κανείς δεν θέλει άλλη μια κρίση του ελληνικού χρέους, ειδικά ενώ επίκεινται αποφασιστικές εκλογές στην Ευρώπη. Κανείς επί του παρόντος δεν θέλει να διώξει την Ελλάδα από την ευρωζώνη. Κανείς δεν πιστεύει ότι η Ελλάδα χρειάζεται μετά από οχτώ χρόνια δριμείας ύφεσης άλλη μια δόση λιτότητας. Κανείς δεν σκέφτεται σοβαρά ότι το τωρινό χρέος της Ελλάδας είναι βιώσιμο. Γιατί, λοιπόν, η Ελλάδα βρίσκεται ξανά στους τίτλους, γιατί το μέλλον της στην ευρωζώνη αμφισβητείται ξανά εν μέσω μιας σκληρής αντιπαράθεσης των δανειστών της

Κανείς δεν θέλει άλλη μια κρίση του ελληνικού χρέους, ειδικά ενώ επίκεινται αποφασιστικές εκλογές στην Ευρώπη. Κανείς επί του παρόντος δεν θέλει να διώξει την Ελλάδα από την ευρωζώνη. Κανείς δεν πιστεύει ότι η Ελλάδα χρειάζεται μετά από οχτώ χρόνια δριμείας ύφεσης άλλη μια δόση λιτότητας. Κανείς δεν σκέφτεται σοβαρά ότι το τωρινό χρέος της Ελλάδας είναι βιώσιμο. Γιατί, λοιπόν, η Ελλάδα βρίσκεται ξανά στους τίτλους, γιατί το μέλλον της στην ευρωζώνη αμφισβητείται ξανά εν μέσω μιας σκληρής αντιπαράθεσης των δανειστών της;

Η επίσημη ερμηνεία είναι ότι το πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας καθυστερεί λόγω μιας διαφωνίας για τους δημοσιονομικούς στόχους της χώρας. Σύμφωνα με τη συμφωνία του 2015, η Ελλάδα πρέπει να επιτύχει πρωταρχικό πλεόνασμα προ πληρωμών των τόκων της τάξης του 3,5% μέχρι το 2018 και να το διατηρήσει μεσοπρόθεσμα. Η Γερμανία λέει ότι το μεσοπρόθεσμα σημαίνει για δέκα χρόνια. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα προτιμούσε να σημαίνει ένα με δύο χρόνια. Αυτό έχει σημασία, επειδή η Γερμανία λέει ότι θα συνεχίσει να χρηματοδοτεί το πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας μόνο εάν συμμετέχει και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στη χρηματοδότηση – και το ΔΝΤ θα συμμετέχει μόνο εάν βγαίνουν τα νούμερα. Όσο πιο χαμηλός ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος, τόσο μεγαλύτερη η ανάγκη ελάφρυνσης για να βγουν τα νούμερα. Αυτό είναι πρόβλημα για τη Γερμανία.

Επιπλέον επιπλοκές προκαλεί η απαισιόδοξη εκτίμηση του ΔΝΤ για την τωρινή δημοσιονομική θέση της Ελλάδας. Μοιάζε πλέον σαφές ότι η Ελλάδα πέτυχε πρωτογενές πλεόνασμα 2% το 2016, πολύ πάνω από την αρχική εκτίμηση του -0,5%. Με την ελληνική οικονομία πλέον σε τροχιά ανάπτυξης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πιστεύει ότι η χώρα μπορεί να πετύχει τον στόχο του 3,5% για το 2018 λαμβάνοντας μερικά επιπλέον μέτρα. Αλλά το ΔΝΤ λέει ότι το περσινό πλεόνασμα οφειλόταν κατά κύριο λόγο σε παράγοντες της μίας φοράς και παραμένει στην εκτίμησή του ότι το πλεόνασμα δεν θα ξεπεράσει το 0,9% το 2018. Για να φτάσει το 3,5% το 2018, το ΔΝΤ λέει ότι η Ελλάδα θα πρέπει να νομοθετήσει εκ των προτέρων επιπλέον μέτρα λιτότητας, ίσα με το 2% του ΑΕΠ. Η Αθήνα λέει ότι αυτό είναι πολιτικά αδύνατο. Οι Βρυξέλλες συμφωνούν.

Φυσικά, η διαφωνία δεν είναι στην πραγματικότητα για τα ελλείμματα. Στον πυρήνα της υπάρχει μια πρωταρχική σύγκρουση περί του πώς θα πρέπει να λειτουργεί η ευρωζώνη. Η Γερμανία και το ΔΝΤ έχουν μια εξίσου χαμηλή εκτίμηση για τις πολιτικές τάξεις και τους θεσμούς στην Ελλάδα. Όμως καταλήγουν σε διαφορετικά συμπεράσματα. Το Βερολίνο πιστεύει ότι δεν μπορεί να εμπιστευτεί την Αθήνα να τηρήσει τις δεσμεύσεις της στα δημοσιονομικά ή τις μεταρρυθμίσεις παρά μόνο υπό ισχυρή πίεση. Από αυτό έπεται ότι για να παραμείνει η Ελλάδα στην ευρωζώνη χρειάζεται χαλινάρι. Το Βερολίνο θα συνεχίσει να χρηματοδοτεί την Αθήνα, αλλά θέλει να έχει λόγο στη λήψη των αποφάσεων για να προστατέψει τους Γερμανούς φορολογούμενους.

Αλλά το ΔΝΤ το βλέπει αυτό ως συνταγή διαιώνισης μιας διαδικασίας που έρχεται σε αντίθεση με τις δικές του θεσμικές προτεραιότητες. Το ΔΝΤ παρέχει βραχυπρόθεσμη στήριξη σε χώρες με οικονομικές δυσκολίες, βοηθώντας τις να τακτοποιήσουν τα οικονομικά τους ώστε να επιστρέψουν γρήγορα στον δανεισμό από τις χρηματαγορές. Η αξιοπιστία του ΔΝΤ έχει ήδη πληγεί από ένα αποτυχημένο ελληνικό πρόγραμμα διάσωσης και το ΔΝΤ είναι αποφασισμένο να μη βυθιστεί και σε δεύτερο. Για το ΔΝΤ αυτό το ελληνικό πρόγραμμα πρέπει να είναι το τελευταίο – και δεδομένης της εξαιρετικά χαμηλής εμπιστοσύνης στην πολιτική τάξη, ένα πρόγραμμα δεν πρόκειται να επιτύχει χωρίς σημαντική ελάφρυνση χρέους. Η θέση του ΔΝΤ είναι καθαρή εδώ και δύο χρόνια, αλλά πολλοί Ευρωπαίοι θεώρησαν ότι μπλοφάρει.

Πώς θα λυθεί αυτό το αδιέξοδο κανείς δεν ξέρει. Μια περίπτωση είναι η Ελλάδα να ενδώσει σε αυτά που πολλοί στην Ευρώπη θεωρούν τις παράλογες απαιτήσεις λιτότητας του ΔΝΤ. Αλλά μπορεί μια ελληνική κυβέρνηση οποιασδήποτε απόχρωσης να περάσει επιπλέον μέτρα της τάξης του 2% του ΑΕΠ; Μια άλλη περίπτωση είναι η Γερμανία να κάνει πίσω στους στόχους της για το έλλειμμα. Αλλά μπορεί το Βερολίνο να κάνει μια ταπεινωτική αναστροφή και να συναινέσει στη διαγραφή πάνω από 100 εκ. ευρώ ελληνικού χρέους λίγους μήνες πριν τις εκλογές; Μια άλλη περίπτωση θα ήταν το ΔΝΤ να αποχωρίσει εξολοκλήρου από το πρόγραμμα αφήνοντας την ευρωζώνη να τα βγάλει πέρα μόνη της. Αλλά πώς θα το κάνει αυτό χωρίς να τραβήξει το χαλί κάτω από τα πόδια των Γερμανών και των Ολλανδών επιτείνοντας τον γολγοθά της Ελλάδας;

Το καλύτερο στο οποίο μπορεί να ελπίζει η Ελλάδα είναι ένας συμβιβασμός όπου το Βερολίνο αποδέχεται μικρότερους στόχους για το πλεόνασμα, το ΔΝΤ υιοθετεί πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις και η Αθήνα αφήνεται να νομοθετήσει μικρότερο πακέτο μέτρων λιτότητας. Όμως ο συμβιβασμός μέσα σε αυτά τα πλαίσια μοιάζει μακρινός. Εντωμεταξύ ο χρόνος τρέχει. Η συνάντηση των υπ. Οικονομικών της ευρωζώνης είναι η τελευταία ευκαιρία για την επίτευξη μιας συμφωνίας πριν τη διάλυση του Ολλανδικού Κοινοβουλίου εν όψει των γενικών εκλογών τον Μάρτιο. Η επόμενη ευκαιρία μπορεί να μην έρθει μέχρι τον Μάιο, μετά τις γαλλικές προεδρικές εκλογές. Ως τότε η τωρινή δυναμική θα έχει χαθεί, μαζί και το πακέτο των φιλόδοξων μεταρρυθμίσεων που έχει συμφωνηθεί ως μέρος του προγράμματος. Ακόμα χειρότερα, τον Ιούλιο αναμένεται η αποπληρωμή ενός τεράστιου ομολόγου εγείροντας τον φόβο ότι η Ελλάδα θα βρεθεί εκεί που ήταν το 2015 – εκεί που κανένας δεν θέλει να τη δει.

 

Πηγή: Wall Street Journal


σχετικα αρθρα