current views are: 7

17 Δεκεμβρίου 2015
Δημοσίευση21:30

Αβραμόπουλος: Χρειάζεται περισσότερη αλληλεγγύη στο προσφυγικό

Για τις βασικές απειλές του ευρωπαϊκού οράματος μίλησε ο Επίτροπος Μετανάστευσης Δημήτρης Αβραμόπουλος που βρέθηκε σε εκδήλωση της Κομισιόν στο Βερολίνο μαζί με τον υπουργό Εσωτερικών Τόμας Ντε Μεζιέρ.

Δημοσίευση 21:30’

Για τις βασικές απειλές του ευρωπαϊκού οράματος μίλησε ο Επίτροπος Μετανάστευσης Δημήτρης Αβραμόπουλος που βρέθηκε σε εκδήλωση της Κομισιόν στο Βερολίνο μαζί με τον υπουργό Εσωτερικών Τόμας Ντε Μεζιέρ.

Για τις βασικές απειλές του ευρωπαϊκού οράματος μίλησε ο Επίτροπος Μετανάστευσης Δημήτρης Αβραμόπουλος που βρέθηκε σε εκδήλωση της Κομισιόν στο Βερολίνο μαζί με τον υπουργό Εσωτερικών Τόμας Ντε Μεζιέρ.

Ο κ. Αβραμόπουλος παραδέχθηκε ότι η Ευρώπη αιφνιδιάστηκε από την προσφυγική κρίση, υποστήριξε ωστόσο ότι αντέδρασε σωστά, λαμβάνοντας μέτρα και καταθέτοντας προτάσεις, ενώ καταλόγισε ευθύνες σε κάποια από τα κράτη – μέλη, τα οποία, όπως είπε, δεν δείχνουν την απαιτούμενη αλληλεγγύη, αρνούμενα να συμμετάσχουν στο σχέδιο κατανομής των προσφύγων. Συνεχάρη μάλιστα την γερμανική κυβέρνηση για την στάση της, επισημαίνοντας ότι απέδειξε τι σημαίνει να είναι κανείς ταυτόχρονα υπεύθυνος και αλληλέγγυος.

Ο Ευρωπαίος Επίτροπος προειδοποίησε ακόμη για το ενδεχόμενο, η αποτυχία της κατανομής των βαρών μεταξύ των κρατών-μελών να επιδεινώσει την κρίση και να θέσει υπό αμφισβήτηση την Συνθήκη Σένγκεν, «το σημαντικότερο και πιο χειροπιαστό επίτευγμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης». Σε ακόμη πιο οξύ τόνο, ο κ. Ντε Μεζιέρ τόνισε ότι «σε τρία χρόνια είτε θα έχουμε ασφαλή φύλαξη των εξωτερικών συνόρων και κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου είτε δεν θα έχουμε πλέον Σένγκεν». Πρόσθεσε δε ότι δεν υπάρχει πραγματικά τόσος χρόνος και απηύθυνε έκκληση για «περισσότερες ευρωπαϊκές λύσεις», προκειμένου να διατηρηθεί η Σένγκεν.

Ο Δημήτρης Αβραμόπουλος εμφανίστηκε πάντως περισσότερο αισιόδοξος σε ό,τι αφορά την λειτουργία των «Hotspots» στην Ελλάδα και στην Ιταλία, αλλά και την συνεργασία με την Τουρκία, την οποία χαρακτήρισε «χώρα-κλειδί» για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης. Εξέφρασε την ικανοποίησή του για την συμμετοχή της Άγκυρας στο ευρωπαϊκό σχέδιο δράσης και τόνισε ότι «αν η Τουρκία δεν συμμετείχε, δεν θα ήταν δυνατό να ελεγχθεί η προσφυγική ροή», ενώ διευκρίνισε ότι τα τρία δισεκατομμύρια που θα διαθέσει η ΕΕ στην Τουρκία δεν αφορούν την χώρα, αλλά την φροντίδα των προσφύγων που φιλοξενεί και, αναφερόμενος στην μείωση του αριθμού των προσφύγων που φθάνουν στην Ευρώπη, έκανε λόγο για τα πρώτα ορατά αποτελέσματα της συνεργασίας.

Σε ό,τι αφορά τα «Hotspots», ο Ευρωπαίος Επίτροπος δήλωσε ότι η Ελλάδα δεν ήταν προετοιμασμένη για την προσφυγική ροή, ωστόσο άνοιξε τις πόρτες της και προσέφερε προστασία στους ανθρώπους που την είχαν ανάγκη και αναφέρθηκε στην δημιουργία του «Hotspot» στην Λέσβο και σε άλλα τέσσερα που θα λειτουργήσουν ως το τέλος του επόμενου μήνα.

«Πολύ αισιόδοξη» χαρακτήρισε από την πλευρά του την εκτίμηση του Επιτρόπου ο κ. Ντε Μεζιέρ και δήλωσε ότι Ελλάδα και Ιταλία έχουν δεσμευτεί, αλλά χρειάζονται βοήθεια και πίεση προκειμένου να εφαρμόσουν τα συμφωνηθέντα. «Δεν είμαστε ακόμη εκεί όπου θα έπρεπε. Εκεί όπου υπάρχει καλή πρόοδος είναι το θέμα της καταγραφής (…) Θέλουμε όμως τα «Hotspots» όμως όχι μόνο ως κέντρα καταγραφής ή προώθησης, αλλά ως κέντρα υποδοχής. Εκεί θα πρέπει να γίνεται ένας πρώτος έλεγχος για την ανάγκη προστασίας ή όχι. Από εκεί θα πρέπει να γίνεται μετεγκετάσταση και από εκεί θα πρέπει να γίνεται επαναπροώθηση π.χ. στο Πακιστάν. Η Ελλάδα έχει δεσμευτεί να δημιουργήσει ικανότητα υποδοχής 50.000 ατόμων – 30.000 και 20.000 σε διάφορα σημεία. Εκεί έχουμε μία σημαντική καθυστέρηση και εκεί πρέπει να γίνουμε καλύτεροι», δήλωσε ο κ. Ντε Μεζιέρ.

Ο κ. Αβραμόπουλος, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, απέκλεισε το ενδεχόμενο η Ευρωπαϊκή Ένωση να επιβάλει κυρώσεις στα κράτη-μέλη που δεν εμφανίζονται πρόθυμα να συνεισφέρουν στην προσπάθεια αντιμετώπισης της προσφυγικής κρίσης. «Η Ευρώπη δεν υπάρχει για να τιμωρεί, αλλά για να πείθει», δήλωσε χαρακτηριστικά, αλλά δήλωσε απογοητευμένος από το γεγονός ότι κάποιες χώρες δεν αισθάνονται «τόσο ευρωπαϊκές» και τόνισε την ανάγκη εντατικοποίησης του διαλόγου.

 


σχετικα αρθρα