current views are: 9

6 Νοεμβρίου 2018
Δημοσίευση17:49

Τσίπρας και Ιερώνυμος συμφώνησαν για εκκλησιαστική περιουσία και μισθοδοσία κληρικών (Βίντεο)

Απαιτείται η έγκριση της Ιεραρχίας – Τι περιλαμβάνει το ανακοινωθέν

Δημοσίευση 17:49’

Απαιτείται η έγκριση της Ιεραρχίας – Τι περιλαμβάνει το ανακοινωθέν

Σε μια ιστορική συμφωνία για τη διευθέτηση του ζητήματος της εκκλησιαστικής περιουσίας, αλλά και της μισθοδοσίας των κληρικών κατέληξαν ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας και ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος κατά τη συνάντηση που είχαν στο Μέγαρο Μαξίμου.

Συγκεκριμένα, βάσει της συμφωνίας, αποχωρούν οι ιερείς από το μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων. Ωστόσο το κράτος υποχρεούται να καταβάλει στην Εκκλησία ετήσια επιδότηση ίση με το κόστος του μισθολογίου των Ιερέων. Σε περίπτωση όμως που η Εκκλησία αποφασίσει να αυξήσει τον αριθμό των κληρικών, το κράτος δεν υποχρεούται να αυξήσει το ποσό της επιδότησης.

Από την πλευρά της, η Εκκλησία αίρει τις διεκδικήσεις της και αναλαμβάνει τη μισθοδοσία των ιερέων, ενώ αξιοποιείται από κοινού μέσω του Ταμείου Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας η αμφισβητούμενη από το 1959 μέχρι σήμερα περιουσία της Εκκλησίας.

Ως προς τη συνταγματική αναθεώρηση, η διακήρυξη της θρησκευτικής ουδετερότητας του Κράτους στο άρθρο 3 του Συντάγματος διασφαλίζει ότι το Κράτος αποτελεί τον εγγυητή της θρησκευτικής ελευθερίας. Επίσης, ο κ. Τσίπρας σύμφωνα με πληροφορίες έδωσε εγγυήσεις στον Αρχιεπίσκοπο ότι η αναθεώρηση του άρθρου 3 δεν έρχεται σε καμία αντίθεση με τις μακραίωνες παραδόσεις του λαού μας.

Πάντως, ο αρχιεπίσκοπος, υποστήριξε πως το πλαίσιο συμφωνίας, τελεί υπό την αίρεση της Ιεραρχίας, υποστηρίζοντας: «Το θέμα παρουσιάστηκε στη Διαρκή Σύνοδο, φάνηκε ότι είναι καλή η πορεία, μας έδωσε η Ιερά Σύνοδος την εξουσιοδότηση, είμαστε σε αυτό το χώρο, συμφωνήσαμε για την περαιτέρω πορεία και καθήκοντος θα ενημερώσουμε αύριο τη Σύνοδο και στη συνέχεια όλο αυτό το υλικό θα κληθεί όλη η Ιεραρχία να το εγκρίνει, πιθανόν να το διορθώσει, πιθανόν και να το απορρίψει. Έχω την αίσθηση ότι θα προχωρήσουμε, θα το υιοθετήσει η Ιεραρχία διότι αποβλέπουμε όλοι μας όχι στη προσωπική ικανοποίηση αλλά πως αυτό το υλικό θα γίνει εργαλείο στα χέρια πνευματικών της εκκλησίας. Πρέπει να προχωρήσουμε σε ένα πνεύμα αυτοτέλειας, συνεργασίας, που να δίνει το νόημα στον πιστό μας ότι η Εκκλησία με αυτό τον τρόπο γίνεται περισσότερο υπηρέτης του θελήματος του λαού και επομένως του τόπου μας».

Τα βασικά σημεία συμφωνίας

Μετά τη συνάντηση, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ανέγνωσε το κοινό ανακοινωθέν με τα 15 σημεία στα οποία συμφώνησαν Πολιτεία και Εκκλησία:

  1. Το Ελληνικό Δημόσιο αναγνωρίζει ότι μέχρι το 1939, οπότε εκδόθηκε ο αναγκαστικός νόμος 1731/1939, απέκτησε εκκλησιαστική περιουσία έναντι ανταλλάγματος που υπολείπεται της αξίας της.
  2. Το Ελληνικό Δημόσιο αναγνωρίζει ότι ανέλαβε τη μισθοδοσία του κλήρου, ως με ευρεία έννοια, αντάλλαγμα για την εκκλησιαστική περιουσία που απέκτησε.
  3. Το Ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία αναγνωρίζουν ότι οι κληρικοί δεν θα νοούνται στο εξής ως δημόσιοι υπάλληλοι και ως εκ τούτου διαγράφονται από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών.
  4. Το Ελληνικό Δημόσιο δεσμεύεται ότι θα καταβάλλει ετησίως στην Εκκλησία με μορφή επιδότησης ποσό αντίστοιχο με το σημερινό κόστος μισθοδοσίας των εν ενεργεία ιερέων, το οποίο θα αναπροσαρμόζεται ανάλογα με τις μισθολογικές μεταβολές του Ελληνικού Δημοσίου.
  5. Η Εκκλησία αναγνωρίζει ότι μετά τη Συμφωνία αυτή παραιτείται έναντι κάθε άλλης αξίωσης για την εν λόγω εκκλησιαστική περιουσία.
  6. Η ετήσια επιδότηση θα καταβάλλεται σε ειδικό ταμείο της Εκκλησίας και προορίζεται αποκλειστικά για τη μισθοδοσία των κληρικών, με αποκλειστική ευθύνη της Εκκλησίας της Ελλάδος και σχετική εποπτεία των αρμόδιων ελεγκτικών κρατικών αρχών.
  7. Με τη Συμφωνία διασφαλίζεται ο σημερινός αριθμός των οργανικών θέσεων κληρικών  της Εκκλησίας της Ελλάδος, καθώς και ο σημερινός αριθμός των λαϊκών υπαλλήλων της Εκκλησίας της Ελλάδος.
  8. Πιθανή επιλογή της Εκκλησίας της Ελλάδος για αύξηση του αριθμού των κληρικών δεν δημιουργεί απαίτηση αύξησης του ποσού της ετήσιας επιδότησης.
  9. Το Ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία της Ελλάδος αποφασίζουν τη δημιουργία Ταμείου Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας.
  10.  Το Ταμείο αυτό θα διοικείται από πενταμελές διοικητικό συμβούλιο. Δύο μέλη του Ταμείου θα διορίζονται από την Εκκλησία της Ελλάδος, δύο μέλη θα διορίζονται από την Ελληνική Κυβέρνηση, ενώ ένα μέλος θα διορίζεται από κοινού.
  11.  Το Ταμείο Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας θα αναλάβει τη διαχείριση και αξιοποίηση των από το 1952 και μέχρι σήμερα ήδη αμφισβητούμενων μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Εκκλησίας της Ελλάδος περιουσιών, αλλά και κάθε περιουσιακού στοιχείου της Εκκλησίας που εθελοντικά η ίδια θα θελήσει να παραχωρήσει στο εν λόγω Ταμείο προς αξιοποίηση.
  12.  Τα έσοδα και οι υποχρεώσεις του ΤΑΕΠ επιμερίζονται κατά ίσο μέρος στο Ελληνικό Δημόσιο και την Εκκλησία της Ελλάδος.
  13.  Τα ανάλογα ισχύουν και για τις περιουσίες των επιμέρους Μητροπόλεων, ήτοι των αμφισβητούμενων περιουσιών, αλλά και όσων οι Μητροπόλεις εθελοντικά παραχωρήσουν στο ΤΑΕΠ.
  14.  Η ήδη συσταθείσα με τον Ν.4182/2013 Εταιρεία Αξιοποίησης Ακίνητης Εκκλησιαστικής Περιουσίας μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών εντάσσεται επίσης στο ΤΑΕΠ και διοικείται με το σημερινό κατά νόμο καθεστώς. 
  15.  Οι παραπάνω δεσμεύσεις των δύο μερών θα ισχύουν υπό την προϋπόθεση τήρησης της Συμφωνίας στο σύνολό της.

Στο Κοινό Ανακοινωθέν Εκκλησίας-Πολιτείας στο οποίο κατέληξαν ο πρωθυπουργός και ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος και το οποίο διάβασε ο κ. Τσίπρας αναφέρεται ότι «στόχος μας είναι να θέσουμε το πλαίσιο διευθέτησης και επίλυσης ιστορικών εκκρεμοτήτων, αλλά και να ενισχύσουμε την αυτονομία της Ελλαδικής Εκκλησίας έναντι του Ελληνικού Κράτους, αναγνωρίζοντας την προσφορά και τον ιστορικό της ρόλο στη γέννηση και τη διαμόρφωση της ταυτότητάς του».

Για την αναθεώρηση του Συντάγματος

Ο κ. Τσίπρας, επιχειρώντας να καθησυχάσει τους προβληματισμούς του Ιερώνυμου για τη συνταγματική αναθεώρηση, τόνισε:«Η διακηρυκτική αρχή της θρησκευτικής ουδετερότητας του ελληνικού κράτους διασφαλίζει αφενός μεν τους διακριτούς ρόλους μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας, αφετέρου, δε, εγγυάται τη μεταξύ τους συνεργασία στα θέματα κοινού ενδιαφέροντος. Και προφανώς, αυτή η αρχή δεν έρχεται σε καμία αντίθεση με τις μακραίωνες παραδόσεις του λαού μας και ούτε βέβαια έχουν και καμία βάση όσα αστεία, κωμικοτραγικά θα έλεγα, έχουν ορισμένοι ψευδώς και σκοπίμως διαδώσει τις τελευταίες ημέρες περί επικείμενης δήθεν αποκαθήλωσης των ιστορικών συμβόλων, του Σταυρού από την ελληνική σημαία και από τα εθνικά μας σύμβολα».

Ο κ. Τσίπρας υπογράμμισε: «Σήμερα γίνεται ένα ιστορικό βήμα. Όλα τα ιστορικά βήματα προς τα μπρος απαιτούν όραμα και διάθεση να κατανοήσει ο ένας τον άλλον». Υποστήριξε επίσης πως «κάθε βήμα προς τα εμπρός βεβαίως δεν είναι χωρίς δυσκολίες, αλλά όλοι κρινόμαστε από τα αποτελέσματα που δημιουργούμε και τις προθέσεις κι από αυτό που εκπέμπουμε και αυτή η συνάντηση θέλω να πιστεύω εκπέμπει αλληλοσεβασμό, αλληλοκατανόηση, αγάπη και εκπέμπει και την πρόθεσή μας να πάμε ένα βήμα πιο μπροστά σεβόμενοι ο ένας τον άλλον».

Λαμβάνοντας τον λόγο, ο Ιερώνυμος τόνισε: «Σας ευχαριστώ για τις πρωτοβουλίες και τις θέσεις σας. Σας ευχαριστούμε διότι είστε συντελεστής σ’αυτή την ιστορική στιγμή σ’ αυτό το μεγάλο γεγονός που η Εκκλησία θα αισθάνεται όχι ότι γίνεται πιο πλούσια, δεν την ενδιαφέρει αυτό, αλλά ότι γίνεται πιο λειτουργική στην πραγματοποίηση των οραμάτων που έχει».

«Βρήκα ανταπόκριση στα ερωτηματικά μου και θέλω να σας ευχαριστήσω και στο συγκεκριμένο θέμα για το οποίο απόψε συναντηθήκαμε θα μας βρείτε στενούς συνεργάτες. Πιστεύω ότι όλοι κρινόμαστε από αυτό που εκπέμπουμε και αυτή η συμφωνία εκπέμπει την πρόθεσή μας να πάμε ένα βήμα πιο μπροστά σεβόμενοι ο ένας τον άλλο. Θα προχωρήσουμε σε ένα πνεύμα αυτοτέλειας και συνεργασίας. Να γίνει η Εκκλησία περισσότερο διάκονος του θελήματος του λαού» ανέφερε ο Αρχιεπίσκοπος.

 


σχετικα αρθρα