current views are: 7

15 Ιουλίου 2014
Δημοσίευση05:00

Γιάννης Μπέζος: «Έχω φτύσει αίμα για την τηλεόραση και δεν δέχομαι καμία κριτική»!

Ραντεβού στο σπίτι του στην Αγία Παρασκευή. Περιποιητικός οικοδεσπότης, φιλόξενος, ευγενικός. Βγαίνουμε στη βεράντα. 

Δημοσίευση 05:00’
αρθρο-newpost

Ραντεβού στο σπίτι του στην Αγία Παρασκευή. Περιποιητικός οικοδεσπότης, φιλόξενος, ευγενικός. Βγαίνουμε στη βεράντα. 

Συνέντευξη στη Φανή Πλατσατούρα

Ραντεβού στο σπίτι του στην Αγία Παρασκευή. Περιποιητικός οικοδεσπότης, φιλόξενος, ευγενικός. Βγαίνουμε στη βεράντα. Καλυμμένη όλη με πράσινα φυτά. Στη μέση ένα τραπέζι με πολύχρωμο τραπεζομάντηλο. Ποτισμένες γλάστρες και μυρωδιές καλοκαιριού. Ανάβει τσιγάρο. Και άλλο, και άλλο. Μιλά δυνατά, παρατηρεί προθέσεις, λέξεις και κινήσεις… Μια ώρα μετά, τον αποχαιρετώ εγκάρδια. Κατηφορίζοντας σκέφτομαι ότι ο αυστηρός πρωταγωνιστής με το βαρύ ύφος και τις εμπρηστικές δηλώσεις διαθέτει τελικά πηγαίο χιούμορ… Και αυθεντικότητα!

– Γιατί τον τελευταίο καιρό βρίσκεστε μόνιμα στο στόχαστρο συναδέλφων σας;

«Oι συνάδελφοί μου να κάνουν τη δουλειά τους καλά και να αφήσουν την κριτική. Ξέρω πολύ καλά ποιοι τα λένε… Πολλούς από αυτούς δεν θα τους έπαιρνα ούτε να κόβουν εισιτήρια στο θέατρο. Θυμώνουν γιατί ξέρουν ότι έχω δίκιο. Έβλεπα προχθές στην τηλεόραση μία που με κατηγορούσε και έλεγε: “Μα πώς μπορεί ο Μπέζος να βγαίνει να μιλά για ξεσκαρτάρισμα εν μέσω κρίσης;” Ήθελα να βγω να της απαντήσω “μα εσύ είσαι η κρίση, για ‘σενα τα λέω”. Διαφωνώ κοσμοθεωριακώς, όπως έλεγε και ο Εμπειρίκος, με κάποιους κατ’ευφημισμόν συναδέλφους μου. Η κριτική τους ούτε καν με αγγίζει. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που εκμεταλλεύτηκαν την τηλεόραση και της έκαναν κακό. Εγώ έχω φτύσει αίμα για την τηλεόραση, δεν δέχομαι λοιπόν καμία κριτική από όλους αυτούς. Δεν θα κάνω πίσω, δεν θα κολακέψω κανέναν. Ξέρετε τι είχε ακούσει ο μακαρίτης ο Χατζιδάκις, τον οποίο σήμερα αγάπησαν όλοι; Η αισθητική, το ταλέντο και το γνήσιο αίσθημα εκδικούνται όμως…»

– Το κοινό σέβεται τους καλλιτέχνες;

«Όσο πιο πολύ τους σέβεται, τόσο πιο πολύ προσπαθεί να τους καταβαραθρώσει. Και όσο δεν τα καταφέρνει, τόσο πιο πολύ τους σέβεται. Έτσι γίνεται… Το κοινό θέλει πάντοτε με έναν τρόπο να σε φέρει στα μέτρα του για να μπορέσει να σε δει και να χαρεί. Η δουλειά η δική μας είναι να μην κατέβουμε εκεί αλλά να γίνουμε λαμπάδες γι΄ αυτούς τους ανθρώπους και αυτό πιστέψτε με, θέλει κόπο. Το να τους χαϊδεύεις τα αυτιά, είναι πολύ εύκολο. Μοιράζουν αυτόγραφα, κάνουν χειραψίες, βγάζουν φωτογραφίες. Κάνουν όλα αυτά που ορισμένοι αγράμματοι με κατηγορούν πως δεν κάνω. Κάνουν ακριβώς ό,τι οι πολιτικοί – μπακάληδες που μας έφεραν σε αυτή την κατάσταση. Λάθος. Οι καλλιτέχνες πρέπει να ‘ναι ψηλά».
 
– Έχουμε καλό υλικό νέων ηθοποιών;

«Υπήρχαν και θα υπάρχουν πάντα άνθρωποι που είναι πολύ σοβαροί. Υπάρχουν βέβαια, και οι ανόητοι. Ξέρετε πόσοι ανόητοι ηθοποιοί υπήρχαν παλιά που σήμερα τους θεωρούμε σοβαρούς και σημαντικούς; Ευτυχώς, έχουμε νέα αγόρια και κορίτσια που αντιμετωπίζουν τη δουλειά σοβαρά, δένονται μαζί της, έχουν ευαισθησία και φαντασία».

– Ξοδεύτηκαν μεγάλα ποσά στην τηλεόραση όλα αυτά τα χρόνια;

«Μάλλιασε η γλώσσα μου να το φωνάζω εδώ και δέκα χρόνια στα κανάλια. “Ξοδεύετε λεφτά τα οποία πρώτα απ΄ όλα είναι μη ανταποδοτικά, θα τα βρείτε μπροστά σας”. Ξοδεύτηκαν τεράστια ποσά στην τηλεόραση. Στις σειρές πρώτα απ΄ όλα. Είχαμε σαράντα σειρές, σαράντα σκηνοθέτες και ογδόντα πρωταγωνιστές. Και ύστερα, τηλεπαιχνίδια, shows, πρωινά, μεσημεριανά, βραδινά, trash TV. Μου έκαναν προτάσεις με πραγματικά εξωπραγματικά ποσά, τις οποίες βέβαια αρνήθηκα γιατί δεν με ενδιέφεραν. Να αναλάβω εκπομπές, τηλεπαιχνίδια, shows. Μέχρι και το “Fame Story” μου έκαναν δύο φορές πρόταση να παρουσιάσω με αντάλλαγμα πολλά χρήματα. “Θέλουμε να κάνουμε ένα σοβαρό παιχνίδι”, μου είπαν και θυμάμαι ότι τους απάντησα “μα είναι ασόβαρο από τη φύση του”…»

– Η αμοιβή σας έχει προσαρμοστεί στα σημερινά οικονομικά δεδομένα;

«H δική μου αμοιβή τα τελευταία χρόνια είναι η μισή απ΄ ότι θα έπρεπε να είναι. Η αλήθεια είναι ότι θα μπορούσα να τα πάρω. Δεν το έκανα όμως, γιατί αυτά τα χρήματα θα έπρεπε να κοπούν από την εκάστοτε παραγωγή. Βέβαια σας τα λέω εγώ αυτά, που είμαι πολύ συντηρητικός. Πολλοί αριστεροί φίλοι μου δεν το κάνουν…»

– Τηλεοπτικά «πουλήσατε» ακριβά τον εαυτό σας;

«Όταν πουλούσα τον εαυτό μου, ήμουν πάρα πολύ σκληρός. Τα τελευταία χρόνια τα έγραψα λίγο στα παλιά μου τα παπούτσια αλλά όλα τα προηγούμενα, ήμουν πολύ απαιτητικός σε ό,τι αφορούσε την αμοιβή μου. Είχα πάντα υψηλές αμοιβές και πρώτα κασέ. ‘Ημουν επίσης πολύ σκληρός στη γενικότερη παραγωγή. Στις σειρές που πρωταγωνιστούσα, δεν υπήρχε περίπτωση να υπάρξει παρέμβαση του σταθμού ή της παραγωγής. Τον τελευταίο λόγο στις τηλεοπτικές δουλειές τον είχα μόνον εγώ και αυτός ήταν όρος απαράβατος στο συμβόλαιό μου».

– Είχατε ακραίες απαιτήσεις;

«Ακραίες απαιτήσεις δεν είχα ποτέ. Δεν με ενδιέφερε να έχω το καλό καμαρίνι ή να με πηγαινοφέρνουν στο γύρισμα. Με ενδιέφερε η παραγωγή να είναι άρτια και να είναι όλοι πειθαρχημένοι. Έχω διώξει ηθοποιό από γύρισμα επειδή καθυστέρησε. Το θεωρώ αδιανόητο και θα το ξανακάνω αν χρειαστεί. Δεν σε φέραμε στο γύρισμα για να κάνεις κοζερί αλλά για να δουλέψεις. Θα είμαστε λοιπόν, όλοι επαγγελματίες. Αν δεν μπορεί κάποιος να συμπλεύσει, ας αποχωρήσει».

– Τα νούμερα τηλεθέασης τα παρακολουθείτε;

«Βεβαίως. Τα κοιτάω πολύ και αναλυτικά γιατί έχουν σημασία».

– Υπήρχαν πράγματι σκέψεις το «Σπίτι της Έμμας» να κοπεί λόγω χαμηλής τηλεθέασης;

«Όλα αυτά τα λένε κάποιοι που με περιμένουν στη γωνία. Δεν ίσχυε τίποτα τέτοιο και όπως είδατε, και νούμερα έκανε και δεν κόπηκε. Μάλιστα, θα μπορούσε να συνεχιστεί αλλά αποφασίσαμε να ολοκληρώσουμε φέτος τον κύκλο της».

– Μια ενδεχόμενη τηλεοπτική αποτυχία θα την παραδεχόσασταν;

«Βεβαίως. Το παραδέχεται η ίδια η ζωή, θα ήταν γελοίο να μην το παραδεχτώ εγώ. Τηλεοπτικά καραμπινάτες αποτυχίες δεν έχω κάνει. Αλλά ούτε τις μεγάλες τηλεοπτικές επιτυχίες που έκανα, τις εκμεταλλεύτηκα. Θα μπορούσα να τις είχα καρπωθεί με χιλιάδες τρόπους. Είτε κάνοντας αντίστοιχα πράγματα στο θέατρο, είτε κάνοντας διαφημίσεις και τηλεοπτικά παιχνίδια».

– Πόσο προβληματική είναι η τηλεόραση σήμερα;

«Είναι κάπως πιο σουλουπωμένη από όλον αυτόν τον καταιγισμό που υπήρχε παλιά. Δεν θυμάστε κάτι νυχτερινές εκπομπές, κάτι αηδίες μεσημεριανά που υπήρχαν τα προηγούμενα χρόνια; Σήμερα έχει έναν ψυχαγωγικό και ενημερωτικό χαρακτήρα, έχει και το πιο lifestyle κομμάτι της -που κάνει ότι είναι lifestyle-, έχει κάποιες σειρές που μπορείς να παρακολουθήσεις το βράδυ χωρίς να σε προσβάλλουν. Κάποια στιγμή η τηλεόραση ήταν μόνο lifestyle, τώρα έχει περιοριστεί λίγο όλο αυτό. Παρόλα αυτά υπάρχει ακόμη σε υπερβολική δόση. Από το πρωί ως το απόγευμα μαθαίνουμε όλα όσα δεν μας ενδιαφέρουν. Θα μου άρεσε να υπήρχε τέτοιου είδους θεματολογία σε μια άλλη όμως, δοσολογία. Το lifestyle να ήταν η εξαίρεση και όχι ο κανόνας στην τηλεόραση».

– Θα απέχετε τηλεοπτικά του χρόνου;

«Ναι, κουράστηκα… Αν μου προταθεί κάτι μικρό μελλοντικά, θα το κάνω ευχαρίστως. Από τις μεγάλες σειρές όμως, τελείωσα. Δεν έχω πλέον διάθεση να κάνω τηλεόραση. Για πολλά χρόνια συνδύαζα θέατρο και τηλεόραση, τώρα πια δεν αντέχω, δεν έχω τα κουράγια. Δεν μπορώ και βιολογικά να συνεχίσω στους ίδιους ρυθμούς, χωρίς να αρνούμαι όμως, όλα αυτά που έχω κάνει. Τα αγαπώ και τα παρακολουθώ ακόμη».

– Οι τελευταίοι υπουργοί Πολιτισμού παρήγαγαν έργο;

«Δεν είχαν καμία γνώση. Το υπουργείο Πολιτισμού νομίζουν ότι είναι ο σκουπιδοντενεκές του υπουργικού συμβουλίου. Δεν ασχολείται πλέον κανείς μαζί του και να σας πω και κάτι; Νομίζω ότι πρέπει να καταργηθεί. Ήταν δημιούργημα της Χούντας. Καμιά χώρα αν εξαιρέσεις τη Γαλλία, δεν έχει υπουργείο Πολιτισμού. Παλιά οι Τέχνες -διοικητικά το θέατρο, ο χορός, η μουσική κλπ.- ήταν υπό την ευθύνη του υπουργείου Παιδείας και ήταν μια χαρά. Το υπουργείο Πολιτισμού έγινε για να βολευτούν κάποιοι. Βολεύτηκαν εκεί μέσα ό,τι θέλετε, από δεξιοί μέχρι ακροαριστεροί. Πρέπει να είναι το πιο γραφειοκρατικό υπουργείο».

– Οι πολιτικοί που μας κυβερνούν είναι πεπαιδευμένοι;

«Όσο και ο λαός που τους ψηφίζει. Όταν λες “θέλω αυτόν”, πρέπει να έχεις και την ευθύνη της ψήφου σου. Μιλάμε περί άμεσης δημοκρατίας και ούτε ξέρουμε τι είναι η άμεση δημοκρατία. Ότι η δημοκρατία ήταν ένα πολίτευμα αριστοκρατικών ανθρώπων. Όχι με την έννοια την ταξική αλλά με την έννοια της παιδείας. Ήταν δημιούργημα πνευματικών ανθρώπων και όχι κατσαπλιάρων. Αν πούμε ότι ο Πλάτων και ο Σωκράτης δεν άνηκαν στους δημοκρατικούς αλλά στους ολιγαρχικούς, θα μας πάρουν με τις πέτρες ενώ ήταν όντως ολιγαρχικοί οι άνθρωποι. Απλά στην Ελλάδα είμαστε ψευτοσοσιαλιστές και ψευτοαριστεροί. Πάρα πολύ όμως. Δεν έχω δει κανέναν άνθρωπο δεξιό, όλοι Αριστεροί είναι σ’ αυτή τη χώρα. Μόνο εγώ έχω μείνει μου φαίνεται δεξιός -που δεν είμαι- αλλά όλοι θα λένε πως αυτός είναι τουλάχιστον ακροδεξιός με αυτά που λέει. Ξέρετε, η Αριστερά ήταν πάντα της μόδας, από τη δικτατορία ακόμη. Και ειδικά στην Τέχνη…»

– Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να κάνει πράξη όσα δεσμεύεται;

«Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα κόμμα που από το 4% πήγε στο 28%. Αυτό δεν σημαίνει ότι όλος ο κόσμος έγινε αριστερός μέσα σε μια μέρα. Όσο εύκολα ανέβηκε, τόσο εύκολα θα κατέβει. Απλά ο κόσμος πήγε προς τον ΣΥΡΙΖΑ, γιατί από εκεί άκουσε την καλή φωνή. Κατά τη γνώμη μου, ο Τσίπρας δεν θα κάνει πράξη τίποτα απ΄ όσα λέει. Επειδή ξέρω πολλούς που ανακατεύονται με τον ΣΥΡΙΖΑ και επειδή κακά τα ψέματα όλοι γνωριζόμαστε σε αυτή τη χώρα, δεν έχω εμπιστοσύνη σε κανέναν τους. Δεν αμφισβητώ ούτε τις προθέσεις ούτε τον πατριωτισμό τους απλά δεν γίνονται πράξη όσα υπόσχονται. Λένε μεγάλα λόγια για να χαϊδεύουν αυτιά. “Εμείς θα πάρουμε πίσω τη ΔΕΗ” κλπ. Λένε ωραία συνθήματα. Η Ελλάδα άλλωστε είναι η χώρα των συνθημάτων. Μετά, όταν ανέβουν στην εξουσία, θα πουν “συγγνώμη, τεχνικές δυσκολίες” και πέρα βρέχει».

– Σε τι βαθμό σας έχει επηρεάσει η κρίση;

«Δεν έχω τα χρήματα που είχα κάποτε. Έχω ελάχιστα στην άκρη. Αλλά τουλάχιστον εγώ είμαι στην παραγωγή, δουλεύω ακόμη. Δεν είμαι εγώ το θέμα και άνθρωποι σαν και ΄μενα. Το θέμα είναι οι νέοι άνθρωποι και οι άνθρωποι που είχαν μία δουλειά, μία οικογένεια, είχαν δρομολογήσει κατά κάποιον τρόπο τη ζωή τους στα πλαίσια του μέτρου της λογικής και ξαφνικά βλέπουν τα έσοδά τους να περικόπτονται».

– Επιζητήσατε τις υλικές απολαύσεις και την καλή ζωή;

«Ζούσα καλά και συνεχίζω να ζω. Αλλά υπερβολές δεν έκανα ποτέ, δεν με ενδιέφεραν κιόλας. Ό,τι χρήματα έβγαζα, τα επένδυα σε θεατρικές παραγωγές. Και έχω χάσει πολλά χρήματα από το θέατρο. Γιατί το θέατρο είναι ένα ακριβό σπορ, αν θες να το κάνεις τίμια. Όχι να χρωστάς σε όλον τον κόσμο και να μην πληρώνεις κανέναν. Επειδή ο κόσμος έχει μια διαστρεβλωμένη εικόνα γύρω από όλα αυτά, θα ήθελα να εξηγήσω πως αν ένας παραγωγός χάσει μία φορά στο θέατρο, θέλει τέσσερις επιτυχίες για να ισοφαρίσει».

– Η κρίση μας έχει κάνει περισσότερο αμοραλιστές;

«Δεν μας έχει δώσει η κρίση καλά γνωρίσματα και ξέρετε γιατί; Γιατί δεν ήταν πολύ μεγάλη. Αν είχε πτωχεύσει η χώρα τελείως και είχε καταρρεύσει, τα πράγματα θα ήταν αλλιώς. Σε αυτές τις περιπτώσεις ή καταλήγεις σε εμφύλιο πόλεμο ή ξαναπαίρνεις μπρος από την αρχή. Η δική μας κατάληξη ήταν ότι η ευρωπαϊκή οικογένεια προσπάθησε να μας διασώσει με μνημονιακά προγράμματα από τα οποία ο κόσμος δοκιμάστηκε πάρα πολύ. Αλλά δεν ήταν η κατάρρευση πλήρης. Εννοώ να έχουμε διακοπή πληρωμών, να μην έχουμε καύσιμα, σχολεία, φάρμακα».

– Είμαστε εκπαιδευμένοι στην Τέχνη;

«Το κοινό δεν χρειάζεται εκπαίδευση στην Τέχνη. Χρειάζεται ευαισθησία. Είναι άλλο πράγμα η Τέχνη και άλλο η παιδεία και ο πολιτισμός. Το μεγάλο πρόβλημα στην Ελλάδα δεν είναι η Τέχνη. Από Τέχνη μπουχτίσαμε. Είναι η επίσημη παιδεία και πρωτίστως η οικογένεια. Τα παιδιά δεν έχουν καμία επαφή με το παρελθόν και την Ιστορία μας. Δεν ξέρουν ούτε ανάγνωση να κάνουν. Έχουν μπερδέψει τις γνώσεις, τα γράμματα, το Διαδίκτυο. Από την άλλη, ακούνε διάφορες φωνές περί ελληνικότητας και εθνικότητας και ούτε πού ξέρουν τι σημαίνουν αυτές οι έννοιες».

*** Ο Γιάννης Μπέζος πρωταγωνιστεί και σκηνοθετεί τα «Παντρολογήματα». Πρόκειται για την ευφάνταστη κωμωδία του Νικολάι Γκόγκολ που δίνει μία εικόνα της κοινωνικής ζωής στη Ρωσία των αρχών του 19ου αιώνα.

Η παράσταση έχει αρχίσει ήδη την καλοκαιρινή περιοδεία της σε όλη την Ελλάδα. Σήμερα 15 Ιουλίου θα παιχτεί στο Υπαίθριο Δημοτικό Θέατρο Κοζάνης. Μαζί με τον Γιάννη Μπέζο στους πρωταγωνιστικούς ρόλους συναντάμε τους: Ναταλία Τσαλίκη και Χρήστο Λούλη.