current views are: 2

19 Μαρτίου 2015
Δημοσίευση15:29

ΝΤΡΟΠΗ!

Και η διαμαρτυρία, η οργή, η ανάγκη απόρριψης κάθε τι παλιού που το εκφράζει από τη νεότητα είναι κατανοητά, αναμενόμενα και σε πολλές περιπτώσεις δικαιολογημένα.

Δημοσίευση 15:29’
αρθρο-newpost

Και η διαμαρτυρία, η οργή, η ανάγκη απόρριψης κάθε τι παλιού που το εκφράζει από τη νεότητα είναι κατανοητά, αναμενόμενα και σε πολλές περιπτώσεις δικαιολογημένα.

Και η διαμαρτυρία, η οργή, η ανάγκη απόρριψης κάθε τι παλιού που το εκφράζει από τη νεότητα είναι κατανοητά, αναμενόμενα και σε πολλές περιπτώσεις δικαιολογημένα.

Όμως το να αφήνει πίσω της η κατάληψη της Νομικής το συγκεκριμένο βανδαλισμό είναι μεγίστη ντροπή, απαράδεκτο και καμία δικαιολογία δεν υπάρχει για τους ανεγκέφαλους, χουλιγκάνους που έκοψαν το κεφάλι της σπουδαίας Κυβέλης Αδριανού, ενώ πέταξαν μαύρο στο πρόσωπο του Κωστή Παλαμά.

Οι άσχετοι, οι αμόρφωτοι, οι κρετίνοι αν είχαν στοιχειώδη αντίληψη είτε πολιτική, είτε ανθρωπιστική θα αντιλαμβάνονταν την διαφορά ανάμεσα σε εκείνους που εκφράζουν την εξουσία και εκείνους που από τη θέση του είναι αντεξουσιαστές. Και τι είναι μια ηθοποιός και ένα εθνικός ποιητής δηλαδή, αν όχι δυναμίτες στα θεμέλια της εξουσίας, αφυπνιστείς, επαναστάτες στην κάθε κομφορμιστική αντίληψη!

Να καταλάβω να καταστρέφουν πολυτελή αυτοκίνητα και ας είναι η περιουσία του άλλου, γιατί το θεωρούν εχθρική νοοτροπία και η ιδιοκτησία αντιπροσωπεύει ότι μισούν. Άλλα βρε άσχετοι, ανερμάτιστοι, που επιβάλλετε φασιστικά την επιλογή σας ένα άγαλμα από μάρμαρο που εικονίζει μια ηθοποιό ή έναν ποιητή τι σας κάνουν να νιώθετε εχθρικά και να θέλετε να καταστρέψετε; Η ομορφιά; Αυτήν εχθρεύεστε; Παλιό τσογλάνια…

Όσο για την πολιτική; Αν η Κυβέλη δεν είχε ζήσει τη Μικρασιάτικη Καταστροφή και την ορφάνια, αν δεν είχε γίνει η αιχμή του δόρατος, το σύμβολο των Βενιζελικών για τις πολιτικές της πεποιθήσεις και αν δεν είχε βρεθεί επί Κατοχής στην Αίγυπτο, μακριά από πατρίδα, θα αρκούσε η ευγνωμοσύνη μας για πρόσφορα της στην συναισθηματική και θεατρική εκπαίδευση αυτού του λαού. Ψιλά γράμματα ε;

Και για να ξέρετε, όχι όλοι όσοι βρεθήκατε στη Νομική αυτές τις μέρες, άλλα αυτοί οι ελάχιστοι που απολίτικα όντα, είτε σε γήπεδα είτε σε πολιτικές πράξεις το ίδιο νιώθουν, ο Παλαμάς που έγραψε στη Δημοτική, που ήταν φωνή του λαού, όταν πέθανε στις 27 Φεβρουαρίου του 1943, με την κηδεία του έδωσε αφορμή για την πιο ιστορική, ίσως μοναδική στον κόσμο όλο, συγκέντρωση – διαμαρτυρία, όπου μπροστά στους έκπληκτους Ναζί, χιλιάδες χιλιάδων κόσμου τίμησε τον ποιητή, ψάλλοντας τον εθνικό ύμνο στα μούτρα των φασιστών! Και αυτή ήταν παλικαριά και αντίσταση, ρε, αυτή, όχι οι μαύρες μπογιές στην ωραιότητα!  

… Και για να ξέρετε τι νιώθετε, ιδού, να σας το πει ο ίδιος ο Παλαμάς, κάτω από όση μαύρη μπογιά και να ρίξετε… αρκεί να ξέρετε γράμματα, που δε το βλέπω να παίζει…

Ὁ γκρεμιστής
 
Ἀκοῦστε. Ἐγὼ εἶμαι ὁ γκρεμιστής, γιατί εἶμ᾿ ἐγὼ κι ὁ κτίστης,
ὁ διαλεχτὸς τῆς ἄρνησης κι ὁ ἀκριβογιὸς τῆς πίστης.
Καὶ θέλει καὶ τὸ γκρέμισμα νοῦ καὶ καρδιὰ καὶ χέρι.
Στοῦ μίσους τὰ μεσάνυχτα τρέμει ἑνὸς πόθου ἀστέρι.
Κι ἂν εἶμαι τῆς νυχτιᾶς βλαστός, τοῦ χαλασμοῦ πατέρας,
πάντα κοιτάζω πρὸς τὸ φῶς τὸ ἀπόμακρο τῆς μέρας.
ἐγὼ ὁ σεισμὸς ὁ ἀλύπητος, ἐγὼ κι ὁ ἀνοιχτομάτης·
τοῦ μακρεμένου ἀγναντευτής, κι ὁ κλέφτης κι ὁ ἀπελάτης
καὶ μὲ τὸ καριοφίλι μου καὶ μὲ τ᾿ ἀπελατίκι
τὴν πολιτεία τὴν κάνω ἐρμιά, γῆ χέρσα τὸ χωράφι.
Κάλλιο φυτρῶστε, ἀγκριαγκαθιές, καὶ κάλλιο οὐρλιάστε, λύκοι,
κάλλιο φουσκῶστε, πόταμοι καὶ κάλλιο ἀνοῖχτε τάφοι,
καί, δυναμίτη, βρόντηξε καὶ σιγοστάλαξε αἷμα,
παρὰ σὲ πύργους ἄρχοντας καὶ σὲ ναοὺς τὸ Ψέμα.
Τῶν πρωτογέννητων καιρῶν ἡ πλάση μὲ τ᾿ ἀγρίμια
ξανάρχεται. Καλῶς νὰ ῾ρθῆ. Γκρεμίζω τὴν ἀσκήμια.
Εἶμ᾿ ἕνα ἀνήμπορο παιδὶ ποὺ σκλαβωμένο τό ῾χει
τὸ δείλιασμα κι ὅλο ρωτᾷ καὶ μήτε ναὶ μήτε ὄχι
δὲν τοῦ ἀποκρίνεται κανείς, καὶ πάει κι ὅλο προσμένει
τὸ λόγο ποὺ δὲν ἔρχεται, καὶ μία ντροπὴ τὸ δένει
Μὰ τὸ τσεκοῦρι μοναχὰ στὸ χέρι σὰν κρατήσω,
καὶ τὸ τσεκοῦρι μου ψυχὴ μ᾿ ἕνα θυμὸ περίσσο.
Τάχα ποιὸς μάγος, ποιὸ στοιχειὸ τοῦ δούλεψε τ᾿ ἀτσάλι
καὶ νιώθω φλόγα τὴν καρδιὰ καὶ βράχο τὸ κεφάλι,
καὶ θέλω νὰ τραβήξω ἐμπρὸς καὶ πλατωσιὲς ν᾿ ἀνοίξω,
καὶ μ᾿ ἕνα Ναὶ νὰ τιναχτῶ, μ᾿ ἕνα Ὄχι νὰ βροντήξω;
Καβάλα στὸ νοητάκι μου, δὲν τρέμω σας ὅποιοι εἶστε
γκρικάω, βγαίνει ἀπὸ μέσα του μιὰ προσταγή: Γκρεμίστε!