current views are: 19

10 Αυγούστου 2022
Δημοσίευση12:28

Οι κοριοί μπορούν να… ροκανίσουν τον Μητσοτάκη;

Οι αποφάσεις των επόμενων ημερών θα είναι κρίσιμες και δεν υπάρχουν άλλοι δρόμοι για τόσο σημαντικά θέματα που θίγουν τον πυρήνα της δημοκρατίας και θα δείξουν αν οι «κοριοί» θα ροκανίσουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Δημοσίευση 12:28’

Οι αποφάσεις των επόμενων ημερών θα είναι κρίσιμες και δεν υπάρχουν άλλοι δρόμοι για τόσο σημαντικά θέματα που θίγουν τον πυρήνα της δημοκρατίας και θα δείξουν αν οι «κοριοί» θα ροκανίσουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Το πάθημα της Κυβέρνησης Σύριζα και του Αλέξη Τσίπρα με την καταστροφική πυρκαγιά στο Μάτι μάλλον δεν έχει γίνει μάθημα ούτε στους σημερινούς ένοικους του Μαξίμου που συνηθισμένοι να διαχειρίζονται τα πάντα επικοινωνιακά, έκαναν το λάθος να αντιμετωπίσουν με τους ίδιους όρους, την καταγγελία του Νίκου Ανδρουλάκη, με υποβάθμιση και χαρακτηρισμούς περί τοξικότητας.

Γιατί άραγε ο διοικητής της ΕΥΠ δεν είπε στην Επιτροπή Θεσμών ότι υπήρχε νόμιμη παρακολούθηση του κ. Ανδρουλάκη και επί μία εβδομάδα κυβερνητικά στελέχη έριχνα την μπάλα στην εξέδρα με την κ. Σπυράκη να μας λέει ότι και η ίδια έχει πέσει θύμα προσπάθειας παρακολούθησης, όπως και άλλοι ευρωβουλευτές; Στη συνέχεια έσκασε η «βόμβα» ότι δεν υπήρχε προσπάθεια αλλά κανονική παρακολούθηση με τους «συμβατικούς» τρόπους της ΕΥΠ! Το σκάνδαλο των παράνομων παρακολουθήσεων κινητών τηλεφώνων είναι αυτό που έφερε τις παραιτήσεις του Γρηγόρη Δημητριάδη και του Παναγιώτη Κοντολέοντος, επικεφαλής της ΕΥΠ. Αλλά αφού δεν είχε καμία ευθύνη ο κ. Δημητριάδης γιατί ανέλαβε την πολιτική και παραιτήθηκε για κάτι που ήταν νόμιμο σύμφωνα με τον Πρωθυπουργό;

Και το ερώτημα είναι, γιατί από την αρχή υποτίμησαν την καταγγελία ενός πολιτικού αρχηγού; Ενώ στη συνέχεια υπήρξε μια εντυπωσιακή έλλειψη επικοινωνιακού συντονισμού και ετοιμότητας, αντί να σπεύσουν να πουν, «όλα στο φως» και να διορθώσουν ό,τι διορθωνόταν η προσπάθεια τους ήταν να θολώσουν με αμφιβολίες την καταγγελία του Νίκου Ανδρουλάκη;

Αν ο Ανδρουλάκης δεν είχε καταγγείλει ότι το κακόβουλο λογισμικό predator – μέσω Ευρωβουλής – επιχείρησε να του παγιδεύσει το τηλέφωνο δεν θα μαθαίναμε τίποτα για την παρακολούθηση. Μέχρι τις παραιτήσεις, η κυβέρνηση δεν έδειξε αντανακλαστικά στη συνέχεια όμως με το διάγγελμα του Πρωθυπουργού δεν έπεισε αλλά δημιούργησε και νέα ερωτηματικά. Και ήταν η εικόνα ενός πρωθυπουργού που ανακαλύπτει εκ των υστέρων κινήσεις παρακολουθήσεις του διοικητή της ΕΥΠ με τις οποίες διαφωνεί πολιτικά αλλά τις νομιμοποιεί.

Μάλιστα βγήκε ο κ. Γεραπετρίτης να μας πει ότι ο κ. Κοντολέων με την έγκριση της εισαγγελέως κυρίας Βλάχου θα μπορούσε να παρακολουθεί «νομίμως» όλο το πολιτικό, δικαστικό και επικοινωνιακό σύστημα της χώρας! Δηλαδή ο Πρωθυπουργός και το επιτελικό κράτος λέει ότι νόμιμα η ΕΥΠ μπορεί να παρακολουθεί πολιτικούς, αλλά αν το ήξερε ο Πρωθυπουργός δεν θα το επέτρεπε, αλλά με το ίδιο σκεπτικό δεν θα παρανομούσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης; Να το ξαναγράψω, η εντολή του Πρωθυπουργού να μη διενεργηθεί παρακολούθηση, θα ήταν παράνομη αφού σύμφωνα με την κυβέρνηση η απόφαση του διοικητή της ΕΥΠ να τη διενεργήσει και η έγκριση της με εισαγγελική διάταξη ήταν νόμιμη. Ο Γιώργος Γεραπετρίτης το έκανε χειρότερο όταν προσπάθησε να απαντήσει στον Ευάγγελο Βενιζέλο, στην παρέμβαση του τελευταίου και να υποστηρίξει τη νομιμότητα της παρακολούθησης Ανδρουλάκη. Ο Υπουργός Επικρατείας υποστήριξε ότι ο Βενιζέλος στη συνταγματική του τοποθέτηση έκανε «ερμηνευτικά άλματα» και μια «εντελώς αυθαίρετη σύνδεση» με το άρθρο του Συντάγματος που προστατεύει τον βουλευτή από την υποχρέωση να μαρτυρήσει πληροφορίες που περιήλθαν σ’ αυτόν κατά την άσκηση των καθηκόντων του, ενώ υποστηρίζει ότι ο Νόμος 2295/1994, του ΠΑΣΟΚ, για την άρση απορρήτου δεν εξαιρεί ρητώς τους βουλευτές. Ο κ. Βενιζέλος επανήλθε με ακόμη εντονότερη από την αρχική του τοποθέτηση, υπενθυμίζοντας ότι ο νόμος εκείνος δεν εξαιρεί ρητώς «ούτε την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ούτε τον Πρωθυπουργό και τα μέλη της κυβέρνησης, ούτε τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου» κι άρα «κατά τη λογική του κ. Γεραπετρίτη ο κ. Κοντολέων με την έγκριση της εισαγγελέως κυρίας Βλάχου θα μπορούσε να παρακολουθεί “νομίμως” όλο το πολιτικό, δικαστικό και επικοινωνιακό σύστημα της χώρας».

Οι «κοριοί» σίγουρα δημιούργησαν αρνητικό κλίμα στην κοινωνία και βραχυκύκλωσαν την επικοινωνιακή υπεροχή της κυβέρνησης καθώς φάνηκαν τραβηγμένα από τα μαλλιά τα επιχειρήματα και η προσπάθεια να νομιμοποιήσουν τις συγκεκριμένες ενέργειες. Γιατί γίνεται αυτό; Μήπως θέλουν να συγκαλύψουν κάτι, αναρωτιέται ο πολίτης. Αλλά και η εικόνα της κυβέρνηση δέχεται ισχυρά πλήγματα, που από την ισχυρή διαχειριστική εικόνα που εμφάνιζε ξαφνικά βρέθηκε στο καναβάτσο με τους πολιτικούς της αντιπάλους να τη σφυροκοπούν χωρίς τέλος.

Το μεγάλο λάθος, εκτός από τα γεγονότα, είναι ότι οι εξηγήσεις δεν πείθουν τους πολίτες γιατί είναι περισσότερο δικονομικές και λιγότερο πολιτικές και μέχρι σήμερα αποτυχημένες. Ακόμα και οι οπαδοί της ΝΔ είναι αμήχανοι και παγωμένοι. Οι παραιτήσεις ήταν ένα πρώτο βήμα αλλά η συνέχεια δεν καθάρισε τις υποψίες ενώ η επίκληση του ξένου παράγοντα που θέλει να πλήξει την πατρίδα τα έκανε χειρότερα. Ούτε οι παρεμβάσεις στην ΕΥΠ ενδιαφέρουν κανένα γιατί η αλλαγή πλαισίου αφορά το μέλλον και δεν δίνει απαντήσεις στο σήμερα.

Οι αποφάσεις των επόμενων ημερών θα είναι κρίσιμες και δεν υπάρχουν άλλοι δρόμοι για τόσο σημαντικά θέματα που θίγουν τον πυρήνα της δημοκρατίας και θα δείξουν αν οι «κοριοί» θα ροκανίσουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Αν αποφασίσει να αφήσει τον «λεκέ» των υποκλοπών να τον ακολουθεί ή πραγματικά ο ελληνικός λαός θα μάθει όλες τις λεπτομέρειες και στη συνέχεια θα οδηγηθεί στην κάλπη για να επιβεβαιώσει την εμπιστοσύνη του.

Σε διαφορική περίπτωση οι πολιτικοί του αντίπαλοι θα τον έχουν στρυμωγμένο στα σχοινιά και η φθορά θα είναι χωρίς επιστροφή. Σχετικά με όσους βιάζονται να θεωρήσουν ότι ο Μητσοτάκης είναι «τελειωμένος» θα πρέπει να θυμούνται ότι είναι το ίδιο πρόσωπο που διαχειρίστηκε πολλαπλές κρίσεις, πανδημία-Τουρκική επιθετικότητα- Πόλεμο στην Ουκρανία, και ακόμα δεν έχει πέσει «νοκ αούτ» αν και με πολλές πληγές η στάση των πολιτικών του αντιπάλων θα είναι καθοριστική.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι εποχές ηγεμονίας και πολιτικής κυριαρχίας έχουν περάσει ανεπιστρεπτί.