current views are: 16

19 Αυγούστου 2018
Δημοσίευση17:07

Το Σχέδιο Μάρσαλ που απέτυχε

Πριν αλλάξει την αμερικανική εξωτερική πολιτική στην Ευρώπη, ο Τζορτζ Μάρσαλ έχασε μια σημαντική πολιτική μάχη στην Κίνα.

Δημοσίευση 17:07’

Πριν αλλάξει την αμερικανική εξωτερική πολιτική στην Ευρώπη, ο Τζορτζ Μάρσαλ έχασε μια σημαντική πολιτική μάχη στην Κίνα.

«Κάποτε κερδίζαμε», είπε ο Ντόναλντ Τραμπ στην καμπάνια του. «Όχι πια.»

Πρόκειται ίσως για ένα από τα ελάχιστα σημεία στα οποία συμφωνούν ο Τραμπ και οι επικριτές του. Και οι δύο πλευρές νοσταλγούν το παρελθόν, τη χρυσή εποχή όπου η Αμερική έκανε σπουδαία πράγματα τόσο στην ίδια τη χώρα όσο και στη διεθνή σκηνή. Η πτώση του Τραμπ είναι απλώς μια πιο χυδαία εκδοχή μιας ευρέως γνωστής ιστορίας.

Περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη περίοδο στην ιστορία της Αμερικής, τα χρόνια μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο αντιπροσωπεύουν αυτή τη χρυσή εποχή της εξωτερικής πολιτικής. Σηματοδοτούν την αρχή της Αμερικανικής Περιόδου, μιας εποχής δηλαδή τολμηρής ηγεσίας που μας έδωσε τα δόγματα και τα επιτεύγματα που επικαλούμαστε σήμερα. Το Σχέδιο Μάρσαλ, που έσωσε την Ευρώπη από την φτώχεια και την απόγνωση, έχτισε τις παγκόσμιες συμμαχίες της Αμερικής, συνετέλεσε στη δημοκρατική αναγέννηση της Γερμανίας και της Ιαπωνίας, νίκησε επί της σοβιετικής απειλής με τη στρατηγική της «αναχαίτισης». Όλα αυτά άλλαξαν τον κόσμο οδηγώντας τελικά στη νίκη της Αμερικής στον Ψυχρό Πόλεμο.

Περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο, ο Τζορτζ Μάρσαλ ενσαρκώνει την αντίληψη της αμερικανικής ισχύος με τον καλύτερο τρόπο. Ως αξιωματούχος του στρατού, οδήγησε σε νίκη την Αμερική στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ως υπουργός Εσωτερικών και αργότερα Άμυνας, επέβαλε ένα μοντέλο παγκόσμιας ηγεσίας γεμάτο με γενναιοδωρία και σοφία. Η σπουδαία γενιά είδε το μεγαλείο του. Οι Σοφοί Άντρες αναζήτησαν τη σοφία του. Αξιωματούχοι και υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής κάθε γενιάς ισχυρίζονται ότι συνεχίζουν την κληρονομιά του. Οι προκλήσεις από τη Μέση Ανατολή ως την Κεντρική Αμερική εξακολουθούν να επιζητούν ένα άλλο Σχέδιο Μάρσαλ.

Όμως υπάρχει ένα πρόβλημα με αυτή την θριαμβευτική αφήγηση. Αφήνει έξω ένα από τα πιο σημαντικά γεγονότα τόσο στην καριέρα του Μάρσαλ όσο και στην εξωτερική πολιτική της Αμερικής κατά τη διάρκεια της χρυσής αυτής εποχής.

Κάπου ανάμεσα στις ηρωικές υπηρεσίες του Μάρσαλ στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την οραματική πολιτική του ικανότητα στην αρχή του Ψυχρού Πολέμου, ανέλαβε τη πιο δύσκολη αποστολή της ζωής του. Για 13 μήνες, από τα τέλη του 1945 ως τις αρχές του 1947, ήταν ο ειδικός απεσταλμένος στην Κίνα, προσπαθώντας να διασφαλίσει την ειρήνη στον εμφύλιο πόλεμο ανάμεσα στους κομμουνιστές του Μάο Τσε Τουνγκ και τους εθνικιστές του Τσιανγκ Κάι Σεκ, και να προετοιμάσει το έδαφος για μια συμμαχία Αμερικής και Κίνας. Όταν απέτυχε, τόσο οι συνέπειες όσο και τα όσα αποκόμισε, διαμόρφωσαν την καριέρα του και την εξωτερική πολιτική της Αμερικής για δεκαετίες.

Η αποστολή του Μάρσαλ στην Κίνα τείνει να βγει εντελώς από την ιστορία. Ολόκληρη η ιστορία δεν θα έπρεπε να μιλάει μόνο για την επιτυχία και τις δυνατότητες της εξουσίας, αλλά και για τα όρια του αγώνα και της εξουσίας. Τα κατορθώματα του Μάρσαλ έχουν εμπνεύσει τους Αμερικανούς εδώ και χρόνια. Οι αποτυχίες του όμως, ίσως να έχουν να πουν πολλά περισσότερα για τον μύθο του και για το πού βρίσκεται σήμερα η Αμερική.

Ο Μάρσαλ δεν ήθελε να πάει στην Κίνα. Μετά την εξαετή του θητεία ως επικεφαλής του Στρατού, ξεκινώντας την ημέρα που ο Χίτλερ εισέβαλε στην Πολωνία, το 1939, ήθελε να αποσυρθεί. Όμως ο εμφύλιος πόλεμος στην Κίνα και ο κίνδυνος για μια νίκη του Κομμουνισμού, απείλησαν το όραμα της Αμερικής για μεταπολεμική παγκόσμια τάξη. Έτσι, ο Πρόεδρος Χάρι Τρούμαν ζήτησε από τον Μάρσαλ, για τον οποίο έλεγε πως είναι «ο σπουδαιότερος στρατιωτικός που γνώρισε ποτέ η χώρα και ο κόσμος», να αναλάβει κάτι που έμοιαζε με τελευταία αποστολή. Η αίσθηση καθήκοντος του Μάρσαλ δεν του επέτρεψε να αρνηθεί.

Μέσα σε λίγες εβδομάδες, ο Μάρσαλ πέτυχε αυτό που και ο πιο απαισιόδοξος θα ονόμαζε θαύμα. «Φαίνεται πως το πρόγραμμα για την Κίνα δουλεύει ακριβώς όπως σχεδιάστηκε», του γράφει ο Τρούμαν. «Χάρη σε εσένα.» Υπό την καθοδήγηση του Μάρσαλ, κηρύχθηκε μετά από δύο δεκαετίες, εκεχειρία μεταξύ εθνικιστών και κομμουνιστών. Βασίστηκαν στις αρχές μιας δημοκρατικής κυβέρνησης, ακούγοντας τον Μάρσαλ να τους εξηγεί τη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων και να τους διαβάζει αποσπάσματα από τους λόγους του Βενιαμίν Φρανγκλίνου. Υπέγραψαν συμφωνία ώστε να ενωθούν οι στρατοί τους.

Όταν ο Μάρσαλ επισκέφτηκε τα κεντρικά γραφεία των κομμουνιστών, ο Μάο δήλωσε, «όλοι οι πολίτες της χώρας μας θα έπρεπε να νιώθουν ευγνώμονες και φώναξε “ζήτω η συνεργασία Κίνας και Αμερικής”». Είχε ήδη μιλήσει για την είσοδο «σε μια εποχή ειρήνης και δημοκρατίας» και για όσα θα μπορούσε να μάθει με μια επίσκεψη στην Αμερική. Όμως, άλλοι κομμουνιστές ηγέτες όπως ο Ζου Ενλάι αναρωτιόντουσαν τι δουλειές θα μπορούσαν να υπάρχουν με μια νέα κυβέρνηση που είχε ως αρχηγό τον Τσιανγκ Κάι Σεκ.

Όπως όμως ξέρουμε τώρα, τα θεμέλια που έβαλε ο Μάρσαλ για μια ειρηνική και δημοκρατική συμμαχία Αμερικής – Κίνας δεν θα κατάφερναν να ζήσουν. Εμφανείς συμφωνίες έδωσαν χώρο σε αγεφύρωτες διαφορές αναφορικά με το μέλλον της Κίνας. Καθώς μεγάλωναν οι εντάσεις μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας, ο Στάλιν σταμάτησε να στηρίζει τις προσπάθειες του Μάρσαλ και ενθάρρυνε τον Μάο στον ανταρτοπόλεμο.

Ο Μάρσαλ προσπάθησε για άλλους δέκα μήνες να αποτρέψει μια κατάρρευση και τον ενδεχόμενο κίνδυνο μιας νίκης του Κομμουνισμού και ενός καινούριου παγκοσμίου πολέμου. Αξιωματούχοι στην Ουάσιγκτον τον παρομοίαζαν με τον Σίσυφο, καθώς προσπαθούσε διαρκώς να αποκαταστήσει την ειρήνη και την πρόοδο. Τελικά στα τέλη του 1946 παραιτήθηκε. «Είναι τώρα στα χέρια των ίδιων των Κινέζων να κάνουν όσα προσπάθησα να κάνω εγώ γι’ αυτούς», συμπέρανε.

Όμως στην επόμενη φάση της καριέρας του, παρακολουθώντας τη δουλειά του στην Κίνα, ο Τρούμαν αποφάσισε να τον κάνει υπουργό εσωτερικών και ο Μάρσαλ αμφιταλαντευόταν: τι έπρεπε να κάνει καθώς ο πόλεμος εξαπλωνόταν και ήταν όλο και πιο πιθανή η νίκη του Μάο. Όμως, η αποστολή του στην Κίνα του είχε δώσει την ελπίδα ότι η βοήθεια από τους Αμερικανούς μπορούσε να κάνει τη διαφορά, και πείστηκε ότι μια μεγάλη στρατιωτική προσπάθεια να σταματήσουν τον Μάο θα έφερνε τεράστιους κινδύνους, ενώ οι Αμερικανοί θα χρησιμοποιούσαν πόρους που ήταν πιο απαραίτητοι αλλού.


Τον χειμώνα του 1947, χιλιάδες διαδήλωναν στη Δυτική Γερμανία για τη δραματική έλλειψη τροφίμων (CC BY-SA 3.0 de)

Τελικά, προειδοποίησε ο Μάρσαλ, ότι η Αμερική θα έπρεπε «να ετοιμαστεί να αναλάβει την κινεζική κυβέρνηση, στην πράξη, και να διαχειρίζεται τα οικονομικά, στρατιωτικά, και κυβερνητικά της θέματα». Αυτό σημαίνει «εμπλοκή της αμερικανικής κυβέρνησης σε μια διαρκή δέσμευση από την οποία θα ήταν αδύνατο να ξεφύγει», καθώς και μια «σπατάλη των πόρων» που «αναπόφευκτα θα έπεφτε στα χέρια των Ρώσων». Κι όμως, για τον Μάρσαλ, η πρόκληση δεν ήταν μόνο για τους πόρους. Μια ολοκληρωμένη δέσμευση θα περιελάμβανε «υποχρεώσεις και ευθύνες… που, είμαι σίγουρος, ο Αμερικανός λαός δεν θα αποδεχόταν ποτέ. Δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι μια σκόπιμη είσοδος της χώρας στην ένοπλη Κίνα περιελάμβανε πιθανές συνέπειες των οποίων το οικονομικό κόστος, αν και τεράστιο, θα έμοιαζε ασήμαντο μπροστά στις άλλες ευθύνες.»

Μόλις λίγα χρόνια μετά τη συμφωνία του Μάρσαλ και του Μάο για ένα φιλικό και ειρηνικό μέλλον, οι κομμουνιστές κατέλαβαν ολόκληρη την Κίνα, και ο Τσιανγκ έφυγε στην Ταϊβάν. Ο Μάρσαλ είχε δεχθεί συγχαρητήρια που είχε «σώσει» την Κίνα. Τώρα τον κατηγορούσαν ότι την «έχασε».

Με τον υπαινιγμό ότι οι Αμερικανοί πολιτικοί είχαν, με έναν συνδυασμό δειλής παθητικότητας και προδοτικής απιστίας, χάσει την Κίνα από τον Κομμουνισμό, ξεκίνησε μία από τις πιο σκοτεινές στροφές στην πολιτική ζωή των Αμερικανών. Σε ένα τρίωρο ξέσπασμα κατά του Μάρσαλ και της «εγκληματικής βλακείας της καταστροφικής αποστολής Μάρσαλ» ο Γερουσιαστής Τζόζεφ ΜακΚάρτυ μίλησε για «μια συνωμοσία τόσο τεράστια και μια ατιμία τόσο σκοτεινή που επισκίασε κάθε άλλη προσπάθεια στην ιστορία του ανθρώπου.» (Ο ΜακΚάρτυ δημοσίευσε τον λόγο του στο βιβλίο America’s Retreat from Victory: The Story of George Catlett Marshall.)

Για τους χαράκτες της πολιτικής της γενιάς του Ψυχρού Πολέμου, το μάθημα ήταν ξεκάθαρο: Δεν θα μπορούσαν να αφήσουν τον εαυτό τους ευάλωτο στις κατηγορίες για μια «χαμένη» χώρα από τον Κομμουνισμό. «Θεέ και Κύριε», είπε ο Λίντον Τζόνσον καθώς αγωνιούσε για την επέμβαση στο Βιετνάμ, «αυτό που είπαν για εμάς αφήνοντας την Κίνα θα ήταν μια απλή προθέρμανση συγκριτικά με αυτό που θα έλεγαν τώρα.» Κάποιοι από τους σύγχρονούς του πήγαν ένα βήμα πιο πέρα, λέγοντας πως το Βιετνάμ ήταν μια ευκαιρία να συνεχίσουν αυτό που δεν συνέχισαν στην Κίνα πριν δεκαπέντε χρόνια.

Όμως ο Μάρσαλ πήρε διαφορετικό μάθημα από την αποτυχία, ειδικά στη μάχη κατά των Σοβιετικών την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. «Οι αμαθείς, οι μικροί άνθρωποι στη γη, έχουν αρχίσει να συνειδητοποιούν πόσο τραγική και άδικη είναι η κατάστασή τους» παρατηρεί. «Οι κομμουνιστές βλέπουν αυτή την επανάσταση σαν εφαλτήριο για τους σκοπούς τους. Την χρησιμοποιούν. Την έχουμε σαφώς αγνοήσει τόσα χρόνια, με όλα τα ευγενικά και γενναιόδωρα συναισθήματα απέναντι στους άντρες μας. Πολλά από τα σημερινά προβλήματα προέρχονται από εκεί.» Κι όμως, αν και αναγνώρισε την ανάγκη για μια αμερικανική ηγεμονία απέναντι σ’ αυτή την πρόκληση, αναγνώρισε επίσης τα όρια της αμερικανικής δύναμης.

Απέναντι στον κίνδυνο της κατάρρευσης της Ευρώπης όταν ξεκίνησε ο Ψυχρός Πόλεμος, ο Μάρσαλ εφάρμοσε αυτά τα μαθήματα. Είδε την ανάγκη να μιλήσει για «πείνα, φτώχεια, απελπισία, και χάος» ως προϋπόθεση για να μην διαδοθεί ο Κομμουνισμός, καθώς και την ανάγκη να λάβουν οι εταίροι της Αμερικής συγκεκριμένα βήματα προκειμένου να γίνει η Αμερική πιο αποτελεσματική. Τόνισε αυτές τις βασικές αρχές σε μια καινούρια μονάδα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, το Policy Planning Staff, ώστε να μην καταστραφεί η Δυτική Ευρώπη και ανοίξει ο δρόμος για την Ρωσική κυριαρχία. Το αποτέλεσμα ήταν το Σχέδιο Μάρσαλ, η μεγαλύτερη προσπάθεια εξωτερικής βοήθειας στην ιστορία της Αμερικής, και αναμφίβολα το μεγαλύτερο επίτευγμα στην ιστορία της εξωτερικής πολιτικής της Αμερικής.

Όταν μπήκα στο Policy Planning Staff μετά από 60 χρόνια, στις αρχές της προεδρίας του Μπαράκ Ομπάμα, τόσο ανώτεροι κυβερνητικοί αξιωματούχοι όσο και επιφανείς εξωτερικοί σχολιαστές συνέχισαν να επικαλούνται το παράδειγμα του Μάρσαλ και να ζητούν μια σύγχρονη εκδοχή: ένα Σχέδιο Μάρσαλ για τη Νοτιοανατολική Ασία, ένα Σχέδιο Μάρσαλ για την Κεντρική Αμερική, ένα Σχέδιο Μάρσαλ για την παρακμάζουσα Αμερική.

Εν τω μεταξύ, η αποστολή του Μάρσαλ στην Κίνα, παρέμεινε ιδιαίτερα άγνωστη, παρόλο που θα μπορούσε να αποτελεί μια αξιόλογη μελέτη, όπου είναι εμφανής ο κύκλος των υψηλών προσδοκιών και της πικρής απογοήτευσης που συνεχίζει να χαρακτηρίζει τη σχέση της Αμερικής με την Κίνα. Φαίνονται οι δύσκολες ερωτήσεις αναφορικά με το πότε και αν πρέπει να επεμβαίνει και πώς στους συμμάχους, οι οποίοι ίσως να μην κυβερνούν ή αγωνίζονται με τον τρόπο που νομίζουμε. Φαίνεται η πραγματικότητα της εξωτερικής πολιτικής που πρέπει να αντιμετωπίσει δύσκολα προβλήματα και να χειριστεί τις συνέπειες της αποτυχίας.

Όμως οι απόηχοι είναι πέρα από τις ανησυχίες συγκεκριμένης εξωτερικής πολιτικής. Καθώς οι Αμερικανοί αγωνιούν και φοβούνται για την πτώση της χώρας τους, η ιστορία της αποστολής του Μάρσαλ στην Κίνα, είναι, κατά κάποιον τρόπο, παρηγορητική. Ακόμα και την περίοδο που η Αμερική βρισκόταν στο απόγειο της δύναμής της, όταν έφερε τη νίκη στους συμμάχους της στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και αντιπροσώπευε σχεδόν το ήμισυ της παγκόσμιας οικονομίας, δεν μπορούσε να λύσει όλα τα προβλήματα. Η ιστορία αυτή όμως θα έπρεπε να είναι επίσης παρηγορητική. Τη στιγμή που η Αμερική είχε παγκοσμίως ηγετική θέση, δεν χρειάστηκε να λύσει όλα τα προβλήματα για να δείξει ότι ήταν ισχυρή.

Πηγή: The Atlantic


σχετικα αρθρα