current views are: 7

5 Απριλίου 2017
Δημοσίευση05:51

Επιστρέφουν οι ξένοι στην κτηματαγορά

Κατά 34, 5% σε σύγκριση με το 2015 αυξήθηκε η αξία των ακινήτων που αγόρασαν ξένοι υπήκοοι στην Ελλάδα, πέρυσι.

 

Δημοσίευση 05:51’

Κατά 34, 5% σε σύγκριση με το 2015 αυξήθηκε η αξία των ακινήτων που αγόρασαν ξένοι υπήκοοι στην Ελλάδα, πέρυσι.

 

Στο επίπεδο του 2014 επέστρεψαν οι αγορές κατοικιών από ξένους κατά τη διάρκεια του 2016, κυρίως λόγω της σημαντικής ανάκαμψης των συναλλαγών κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών του έτους.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) και το δημοσίευμα της “Καθημερινής”, η αξία των κατοικιών που πωλήθηκαν σε ξένους επενδυτές αυξήθηκε κατά 34,5% και ανήλθε σε 250 εκατ. ευρώ, έναντι 186 εκατ. ευρώ το 2015. Το 2014, οι εισροές κεφαλαίων από το εξωτερικό για την απόκτηση κατοικιών στην Ελλάδα είχαν διαμορφωθεί επίσης σε 250 εκατ. ευρώ, έναντι 168 εκατ. ευρώ το 2013 και 113 εκατ. ευρώ το 2012.

Μάλιστα, σύμφωνα με φορείς της αγοράς ακινήτων, το πραγματικό ποσό που δαπανήθηκε είναι πολύ μεγαλύτερο από αυτό που καταγράφει η ΤτΕ. Αιτία είναι το γεγονός ότι ο μεγαλύτερος όγκων των αγορών κατοικιών από ξένους, πραγματοποιείται εκτός του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Όπως αναφέρουν μεσίτες που συνεργάζονται κατεξοχήν με ξένους αγοραστές, η πλειονότητα των Ελλήνων πωλητών ζητεί η κατάθεση των χρημάτων μιας συμφωνηθείσας αγοραπωλησίας να γίνει σε λογαριασμό που διατηρούν στο εξωτερικό. Μάλιστα, είναι διατεθειμένοι ακόμα και να μεταβούν οι ίδιοι στο εξωτερικό με τα συμβόλαια ανά χείρας, προκειμένου να ανοίξουν λογαριασμό. Σημειωτέον ότι πρόκειται για καθ’ όλα νόμιμες συναλλαγές που φορολογούνται στην Ελλάδα, πλην όμως τα έσοδα από την αγοραπωλησία παραμένουν στο εξωτερικό.

Η ανάκαμψη των συναλλαγών από το εξωτερικό οφείλεται σε μία σειρά παραγόντων, αρχής γενομένης από το ότι το έτος που προηγήθηκε (2015) χαρακτηρίστηκε από σημαντική πτώση του αγοραστικού ενδιαφέροντος, ως αποτέλεσμα της επιβολής των κεφαλαιακών ελέγχων στις αρχές Ιουλίου, δηλαδή στο απόγειο της τουριστικής περιόδου, γεγονός που επηρέασε αρνητικά τη ζήτηση λόγω της αβεβαιότητας που επικράτησε, τουλάχιστον έως ότου προσαρμοστεί η αγορά στα νέα δεδομένα.

Παράλληλα, το 2016, οι αγορές από το εξωτερικό ευνοήθηκαν και από τη βελτίωση του προγράμματος «Χρυσή Βίζα» για τη χορήγηση άδειας παραμονής, σε όσους πολίτες από χώρες εκτός Ε.Ε. επενδύσουν πάνω από 250.000 ευρώ για την απόκτηση ακινήτων στην Ελλάδα. Με βάση τα σχετικά στοιχεία, έως το τέλος του φετινού Ιανουαρίου είχαν χορηγηθεί 1.573 άδειες σε επενδυτές ακινήτων, με μεγάλη άνοδο από την τουρκική αγορά, καθώς μετά την απόπειρα πραξικοπήματος στη γειτονική χώρα, έχουν πολλαπλασιαστεί οι αγορές ακινήτων από Τούρκους πολίτες, τόσο στην Αθήνα όσο και σε δημοφιλείς παραθεριστικούς προορισμούς.

Ένας από τους λόγους της ανάκαμψης του 2016, όπως αναφέρει η “Καθημερινή”, είναι και το γεγονός ότι πλέον, οι εξοχικές κατοικίες στην Ελλάδα είναι ελκυστικότερες σε σχέση με άλλες χώρες του εξωτερικού, που συνιστούν παραδοσιακούς προορισμούς αγοραστών από τη Βόρεια Ευρώπη. Σύμφωνα με στοιχεία της Global Property Guide, η μέση τιμή πώλησης μιας υψηλών προδιαγραφών εξοχικής κατοικίας επιφάνειας 120 τ.μ. στην Ελλάδα στοιχίζει περί τα 2.700 ευρώ/τ.μ., κατατάσσοντας τη χώρα σε έναν από τους πλέον ελκυστικούς προορισμούς στη Μεσόγειο, καθώς στην Ιταλία το κόστος απόκτησης ενός ακινήτου ανάλογων προδιαγραφών είναι σχεδόν υπερδιπλάσιο και ανέρχεται σε 5.800 ευρώ/τ.μ. Αντίστοιχα, στην Ισπανία το κόστος αγγίζει τις 4.400 ευρώ/τ.μ. και στη γειτονική Τουρκία τις 3.000 ευρώ/τ.μ. Αντιθέτως, φθηνότερα πωλούνται τα εξοχικά στην Πορτογαλία (2.500 ευρώ/τ.μ.), την Κύπρο (1.500 ευρώ/τ.μ.) και βαλκανικές χώρες, όπως η Ρουμανία (1.600 ευρώ/τ.μ.) και η Βουλγαρία (1.250 ευρώ/τ.μ.).

Ωστόσο, θα πρέπει να επισημανθεί ότι αν η διαπραγμάτευση για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος δεν έχει σύντομα αίσιο τέλος, ελλοχεύει ο κίνδυνος νέου «πισωγυρίσματος» στην αγορά εξοχικών κατοικιών, λόγω της εκ νέου επιδείνωσης του οικονομικού κλίματος και αύξησης της ανασφάλειας. Ήδη, το τρέχον έτος έχει χαρακτηριστεί από σχετική στασιμότητα, τουλάχιστον κατά τους πρώτους μήνες του, στοιχείο που επί του παρόντος δεν επηρεάζει αρνητικά την αγορά.


σχετικα αρθρα