current views are: 8

17 Ιουνίου 2022
Δημοσίευση04:11

Έξοδος από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας: Η επόμενη μέρα και οι κίνδυνοι της νέας οικονομικής πραγματικότητας

Τις τελευταίες ημέρες φαίνεται να δρομολογείται ένα ανοδικό σπιράλ επιτοκίων σε Ευρώπη και Αμερική. Θα έχει συνέπειες αυτή η εξέλιξη για την υπερχρεωμένη ελληνική οικονομία, που ακόμη δεν έχει ανακτήσει το καθεστώς της «επενδυτικής βαθμίδας» για τους οίκους αξιολόγησης;

Δημοσίευση 04:11’

Τις τελευταίες ημέρες φαίνεται να δρομολογείται ένα ανοδικό σπιράλ επιτοκίων σε Ευρώπη και Αμερική. Θα έχει συνέπειες αυτή η εξέλιξη για την υπερχρεωμένη ελληνική οικονομία, που ακόμη δεν έχει ανακτήσει το καθεστώς της «επενδυτικής βαθμίδας» για τους οίκους αξιολόγησης;

Η Ελλάδα, 12 χρόνια μετά την οικονομική κατάρρευση και την -ουσιαστικά- χρεοκοπία της, βγαίνει από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας και εισέρχεται σε μία εποχή μερικής κανονικότητας και αυτονομίας. Και λέμε μερικής κανονικότητας, διότι μία και πλέον 10ετία μετά, τίποτα δεν είναι το ίδιο, τόσο σε ότι αφορά τη χώρα μας και τη λειτουργία της αγοράς, όσο και -πολύ περισσότερο- σε ότι αφορά τη διεθνή πολιτική και οικονομική σκηνή. Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ολική ρήξη στις σχέσεις της Δύσης με τη Ρωσία, γεγονός που συνεπάγεται έναν ριζικό αναπροσδιορισμό στην αγορά της ενέργειας, σε συνδυασμό με τις τεράστιες επιπτώσεις -σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο- της πανδημίας, συνθέτουν ένα εκ βάθρων νέο σκηνικό στην παγκόσμια αγορά και πραγματικότητα, με αλλαγές ταχύτατες, καθοριστικές και σε πολλές περιπτώσεις μη διαχειρίσιμες.

Χαρακτηριστική είναι η ραγδαία άνοδος του πληθωρισμού, συνέπεια πολλών παραγόντων, κυρίως όμως της εκτόξευσης των τιμών στην ενέργεια, η οποία -κακά τα ψέματα- ξεκίνησε αρκετούς μήνες πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, γεγονός που αποτέλεσε -στην ουσία- τον προάγγελο για μία πραγματικότητα. Ο πόλεμος, ωστόσο, επιτάχυνε σε υπερβολικό βαθμό τις εξελίξεις, βρίσκοντας απροετοίμαστες τις οικονομίες και τις κυβερνήσεις στο σύνολό τους.
 
Όπως επισημαίνει σε άρθρο της η DW, η εποχή του «φθηνού χρήματος» τελειώνει καθώς οι κεντρικές τράπεζες, η μία μετά την άλλη, ανεβάζουν τα επιτόκια σε μία προσπάθεια να τιθασεύσουν τον πληθωρισμό. Η επιλογή της αύξησης των επιτοκίων προκαλεί κινδύνους, τόσο για τις χώρες που έχουν δανειστεί, όσο και για τους πολίτες που αποπληρώνουν δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο, αλλά και για τις επιχειρήσεις, οι οποίες θα δανείζονται «ακριβότερο χρήμα» για να καλύψουν τυχόν πρόσκαιρα προβλήματα ρευστότητας, ή για να επενδύσουν.

Τις τελευταίες ημέρες φαίνεται να δρομολογείται ένα ανοδικό σπιράλ επιτοκίων σε Ευρώπη και Αμερική. Θα έχει συνέπειες αυτή η εξέλιξη για την υπερχρεωμένη ελληνική οικονομία, που ακόμη δεν έχει ανακτήσει το καθεστώς της «επενδυτικής βαθμίδας» για τους οίκους αξιολόγησης; Μιλώντας στο πρακτορείο Reuters, έγκυροι οικονομικοί αναλυτές εκτιμούν ότι προς το παρόν δεν διαφαίνεται κίνδυνος. Αφορμή για το ρεπορτάζ ήταν η επίσκεψη του νέου Γερμανού υπουργού Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ στην Αθήνα και η επισήμανσή του ότι σύντομα η Ελλάδα εγκαταλείπει το καθεστώς της «ενισχυμένης εποπτείας».

Ο Γιοργκ Κρέμερ, επικεφαλής οικονομολόγος της Commerzbank, θεωρεί ότι «ακόμη και με αυξανόμενα επιτόκια το πολύ υψηλό δημόσιο χρέος προφανώς θα μπορεί να χρηματοδοτηθεί και αυτό οφείλεται στην οικονομική βοήθεια που έχει χορηγήσει η διεθνής κοινότητα. Δημόσιοι πιστωτές εκτός Ελλάδας κατέχουν πάνω από το 60% των ελληνικών κρατικών ομολόγων. Επιπλέον τα δάνεια έχουν σταθερό επιτόκιο και πολύ μακρά περίοδο αποπληρωμής που κυμαίνεται, κατά μέσο όρο, στα 18,2 έτη». Μόλις το 26% των δανείων καθίσταται απαιτητό στα επόμενα πέντε χρόνια. Κατά συνέπεια «η αναχρηματοδότηση του κρατικού χρέους ελάχιστα ακριβαίνει από τα αυξημένα επιτόκια», καταλήγει ο Γιοργκ Κρέμερ.

«Περιορισμένος κίνδυνος με θετικούς δείκτες ανάπτυξης»

Στο ίδιο μήκος κύματος ο Αλέξανδρος Κρητικός, μέλος του διοικητικού συμβουλίου στο Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών (DIW) με έδρα το Βερολίνο, υπενθυμίζει ότι για μεγάλο μέρος του ελληνικού χρέους ο χρόνος αποπληρωμής φτάνει πλέον τα 50 έτη, δηλαδή μέχρι το 2070. «Γι αυτό», επισημαίνει, «αλλά και λόγω του ότι η οικονομία εμφανίζει θετικούς δείκτες ανάπτυξης, ο κίνδυνος είναι περιορισμένος επί του παρόντος». Φαίνεται πάντως ότι για τις χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος ο υψηλός πληθωρισμός είναι ένα «δίκοπο μαχαίρι». Από τη μία πλευρά ο πληθωρισμός «ασφαλώς βοηθάει τις υπερχρεωμένες χώρες γιατί μειώνει την πραγματική επιβάρυνση του χρέους, αλλά από την άλλη πλευρά καθιστά απαραίτητη την παροχή βοήθειας στα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα και αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέο δανεισμό, κάτι που η Ελλάδα θα ήθελε να αποφύγει, προειδοποιεί ο οικονομολόγος του DIW.

Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Commerzbank Γιοργκ Κράμερ αναφέρει ότι το 2022 είναι μία ιδιαίτερη χρονιά μεταβατικού χαρακτήρα, ενώ παράλληλα εστιάζει στις θετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. «Για τον επόμενο χρόνο προβλέπεται και πάλι πρωτογενές πλεόνασμα», δηλώνει. «Σε αυτή την κατεύθυνση βοηθάει το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία επιστρέφει στον δρόμο της ανάπτυξης. Η εξασθένηση που προκάλεσε η πανδημία έχει υπερκαλυφθεί. Παρά τα όποια προβλήματα αναμένεται ποσοστό ανάπτυξης άνω του 3%. Τον τελευταίο καιρό η ιδιωτική κατανάλωση αποτελεί στήριγμα της οικονομίας, ενώ ήδη από την άνοιξη οι ειδικοί αναμένουν σημαντική ώθηση στον τουρισμό». Πάντως το Reuters δεν παραλείπει να υπενθυμίσει ότι τελευταία αυξάνονται και πάλι επικίνδυνα τα spreads των ελληνικών ομολόγων.

Μητσοτάκης: Κλείνει ένας επώδυνος 12ετής κύκλος, ανοίγει μία εποχή αυτόνομων επιλογών

Η Ελλάδα και οι Έλληνες υποδέχονται, σήμερα, μία σημαντική εθνική επιτυχία: με τη σφραγίδα του Eurogroup, η οικονομία μας απελευθερώνεται, πλέον, από το καθεστώς Ενισχυμένης Εποπτείας, Κλείνει, έτσι, ένας επώδυνος κύκλος που άνοιξε πριν από 12 χρόνια. Και, ταυτόχρονα, ανοίγει μία νέα εποχή αυτόνομων επιλογών για την ανάπτυξη της χώρας και την ευημερία των πολιτών της, δήλωσε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης για την έξοδο της Ελλάδας από το καθεστώς Ενισχυμένης Εποπτείας.

Ακολουθεί ολόκληρη η δήλωση του πρωθυπουργού:

Η Ελλάδα και οι Έλληνες υποδέχονται, σήμερα, μία σημαντική εθνική επιτυχία: με τη σφραγίδα του Eurogroup, η οικονομία μας απελευθερώνεται, πλέον, από το καθεστώς Ενισχυμένης Εποπτείας. Κλείνει, έτσι, ένας επώδυνος κύκλος που άνοιξε πριν από 12 χρόνια. Και, ταυτόχρονα, ανοίγει μία νέα εποχή αυτόνομων επιλογών για την ανάπτυξη της χώρας και την ευημερία των πολιτών της. 

Έτσι, μετά την άρση των κεφαλαιακών περιορισμών και την εξόφληση των δανείων του ΔΝΤ, επιτυγχάνεται και ο τρίτος στόχος που εξαρχής είχε θέσει η κυβέρνηση: την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας που ξεκλειδώνει ακόμη περισσότερες ευκαιρίες ευημερίας για όλους. Και όλα αυτά ενώ, εδώ και τρία χρόνια,  μένει σταθερό το τιμόνι του τόπου, παρά τις συνεχείς εξωγενείς κρίσεις και τις αλλεπάλληλες προκλήσεις. 

Την εξέλιξη αυτή συνοδεύουν τα νεότερα στοιχεία του Ευρωβαρόμετρου, σύμφωνα  τα οποία οι πολίτες εμπιστεύονται, τώρα, περισσότερο τους ευρωπαϊκούς, αλλά και τους εθνικούς θεσμούς. Μία απάντηση στον λαϊκισμό. Που αποδεικνύει ότι, μαζί με την οικονομική ευρωστία, η Πολιτεία ανακτά και τη λαϊκή αποδοχή, την οποία τόσο πολύ είχαν κλονίσει οι δοκιμασίες όλων των προηγούμενων ετών. 

Η Ελλάδα δεν είναι, πια, το «μαύρο πρόβατο» της Ευρώπης. Αλλά ένας αξιόπιστος εταίρος. Ένα κράτος που δεν δέχεται υποδείξεις, αλλά συνδιαμορφώνει τις εξελίξεις. Που δεν αδικείται, αλλά ηγείται. Με το βλέμμα στην ανάπτυξη της οικονομίας και τη σκέψη στην ανακούφιση της κοινωνίας. Μετατρέποντας τα καθημερινά βήματα προς τα εμπρός, σε ένα μεγάλο άλμα προς το μέλλον. Για την Ελλάδα που αξίζουμε.


σχετικα αρθρα