current views are: 16

15 Οκτωβρίου 2020
Δημοσίευση16:30

Γιάννος Παπαντωνίου: Ζητώ δικαίωση και μια συγγνώμη – Τρομάζουν οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην υπόθεσή μου

Τι είπε ο πρώην υπουργός Γιάννος Παπαντωνίου κατά την παρουσίαση του βιβλίου του «Προσωπική Μαρτυρία».

Δημοσίευση 16:30’

Τι είπε ο πρώην υπουργός Γιάννος Παπαντωνίου κατά την παρουσίαση του βιβλίου του «Προσωπική Μαρτυρία».

Δικαίωση του ταχύτερο δυνατό ζητά ο πρώην υπουργός, Γιάννος Παπαντωνίου κατά την παρέμβασή του στην παρουσίαση του βιβλίου του με τίτλο «Προσωπική Μαρτυρία». Ο κ. Παπαντωνίου στην τοποθέτησή του ζητά μία συγγνώμη «για την απίστευτη, πρωτοφανή ταλαιπωρία, τον διασυρμό, το ανθρώπινο και οικονομικό κόστος για τη φυλάκισή μου επί ενάμιση χρόνο, και της συζύγου μου επί πέντε μήνες, όχι μόνο χωρίς δίκη, αλλά ούτε καν παραπομπή σε δίκη!».

Υποστηρίζει πως «αυτό που καθιστά την περίπτωσή μου πρωτοφανή είναι ότι μετά από 17 μήνες προφυλάκιση, και μετά την απόρριψη τεσσάρων αιτήσεων αποφυλάκισης με ψέματα και παραποιήσεις καταθέσεών μου, οι δικαστικές αρχές παραδέχτηκαν ότι οι κατηγορίες είναι έωλες, δεν στοιχειοθετούνται, και ότι χρειάζεται… περαιτέρω έρευνα».

Παράλληλα, ο κ. Παπαντωνίου καταγγέλλει παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που έχουν συντελεστεί στο δικαστικό χειρισμό της υπόθεσής του.

«Αποτελεί πρόκληση για το πολιτικό σύστημα να αναγνωρίσει ότι, για αρκετούς πολίτες, η Ελλάδα δεν αποτελεί κράτος δικαίου και να αναλάβει δράση, ξεκινώντας από την παραδειγματική τιμωρία όσων αποδεδειγμένα παραβιάζουν το Σύνταγμα, ώστε να ολοκληρωθεί ο αγώνας για την αποκατάσταση της δημοκρατίας που ξεκίνησε  το 1974», σημείωσε.

Στη συνέχεια ο πρώην υπουργός υπογράμμισε: «Η προφυλάκισή μου διατάχτηκε εννέα μέρες μετά την εξαγγελία του «δόγματος Πολάκη». Έχω την εντύπωση ότι χρησιμοποίησα πρώτος τον όρο, που έχει πλέον εισαχθεί στο πολιτικό λεξιλόγιο. Το δόγμα Πολάκη κατέγραψε μια γενικότερη αντίληψη αυταρχικών πολιτικών ηγετών, που επιχειρούν να θεμελιώσουν την παραμονή τους στην εξουσία πάνω στην ηθική και πολιτική εξόντωση των αντιπάλων τους. Ο Τσίπρας και η ομάδα του βάδισαν στα χνάρια του Τσάβες, του Ερντογάν και του Πούτιν».

«Ήμουν», συνέχισε «προφανής στόχος τέτοιων μεθοδεύσεων. Ταυτιζόμουν με τα θετικά επιτεύγματα της διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, και ιδιαίτερα την ένταξη της χώρας στο ευρώ. Όλες οι αντιπολιτευόμενες δυνάμεις από τη Νέα Δημοκρατία μέχρι το ΣΥΡΙΖΑ, περνώντας και από το αντι-εκσυγχρονιστικό τμήμα το ΠΑΣΟΚ, επιδίωξαν να δυσφημήσουν την οκταετία Σημίτη. Η θητεία μου στο υπουργείο Άμυνας αμέσως μετά τη βεβαρημένη περίοδο του προκατόχου μου Άκη Τσοχατζόπουλου πρόσφερε άφθονες ευκαιρίες για λασπολογικές επιθέσεις. Ήμουν εν δυνάμει ύποπτος, έτοιμος να ενοχοποιηθώ. Εξάλλου, η παρουσία μου στο δημόσιο βίο ενοχλούσε ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες –αν κρίνω από μεθοδευμένες επιθέσεις συγκεκριμένων ΜΜΕ– καθώς και πολιτικούς ανταγωνιστές, εκτός και εντός ΠΑΣΟΚ. Η διαγραφή μου από τον Γιώργο Παπανδρέου το 2006 εντασσόταν σε πολιτική «εκκαθαρίσεων» προσώπων που θα μπορούσαν να τον αμφισβητήσουν».

Ο κ. Παπαντωνίου υποστήριξε ακόμα: «Ο Τσίπρας δεν ήταν απλός συμμέτοχος. Ήταν συντονιστής. Γνώριζε τα πάντα, ή τουλάχιστον τα βασικά, γιατί η πολιτική εξόντωσης των αντιπάλων του τον εξέφραζε, ενώ δεν είχε αναστολές παρέμβασης σε ανεξάρτητους θεσμούς της κατ’ αυτόν «αστικής» δημοκρατίας. «Πήραμε την κυβέρνηση, αλλά όχι την εξουσία», ακουγόταν συχνά σε κύκλους προσκείμενους στην ηγεσία της κυβέρνησης».

«Τα άλλα πρόσωπα, όπως ο Παπαγγελόπουλος, μέλη των ανωτέρων κλιμακίων του Αρείου Πάγου, η Τουλουπάκη και ορισμένοι άλλοι δικαστές διαφόρων βαθμίδων ήταν εκτελεστικά όργανα. Προκαλεί το δημόσιο αίσθημα η έκταση που προσέλαβε η χειραγώγηση της Δικαιοσύνης από τον ΣΥΡΙΖΑ», συμπλήρωσε.

Αναφερόμενος στις απορριπτικές αποφάσεις για την αποφυλάκισή του ο κ. Παπαντωνίου υπογράμμισε πως «Οι δικαστικές αρχές, πέρα από ανακρίβειες και ψέματα, δεν δίστασαν να χρησιμοποιήσουν και το έσχατο μέσο, την παραποίηση κατάθεσής μου καταγεγραμμένης στην απολογία μου – δηλαδή «ψευδή βεβαίωση», που αποτελεί ποινικό αδίκημα –, για να αποτρέψουν την αποφυλάκισή μου».

«Είναι αδιανόητη η στέρηση ελευθερίας ενός ανθρώπου, και μάλιστα για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, χωρίς να υπάρχει οιονεί βεβαιότητα ενοχής του. Αυθαίρετες προφυλακίσεις αποτελούν βάναυση παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και, ειδικότερα, του θεμελιώδους δικαιώματος του habeas corpus», υποστήριξε.

Ο κ. Παπαντωνίου αναφέρθηκε και στις κατηγορίες με τις οποίες βρέθηκε αντιμέτωπος.

«Κατηγορήθηκα ότι ο εκσυγχρονισμός των 6 φρεγατών τύπου S, με κόστος 381 εκατ. ευρώ, ήταν επιζήμιος για το Δημόσιο. Όμως, αυτές οι εκσυγχρονισμένες φρεγάτες αποτελούν την αιχμή της θαλάσσιας ισχύος της χώρας επί 20 σχεδόν χρόνια και καμία κυβέρνηση δεν σχεδίασε την υλοποίηση άλλου προγράμματος μέχρι σήμερα. Αγορά νέων φρεγατών θα κόστιζε το δεκαπλάσιο, 4 δισ. ευρώ, που δεν υπήρχαν. Ακόμα και στην υποθετική περίπτωση που υπήρχαν, ο χρόνος αναμονής για την απόκτηση των νέων φρεγατών θα προσέγγιζε τα 12 χρόνια, με αποτέλεσμα την απώλεια του θαλάσσιου ελέγχου του Αιγαίου για μία περίπου δεκαετία λόγω ραγδαίας απαξίωσης και απόσυρσης των μη εκσυγχρονισμένων παλαιών φρεγατών. Με την απόφασή μας κρατήσαμε ισχυρή την άμυνα της χώρας στη θάλασσα για 20 χρόνια με το ένα δέκατο του κόστους της εναλλακτικής λύσης!», τόνισε ο πρώην υπουργός.

«Η κατηγορία για απιστία κατά του Δημοσίου ήταν από την αρχή φαιδρή. Όσο για το «ξέπλυμα παράνομων εσόδων», αναλύω στην ‘ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ’ ότι το ποσό για το οποίο κατηγορούμαι, περίπου 2 εκατομμύρια ευρώ, προήλθε από εισοδήματα εργασίας στο εξωτερικό (ΟΟΣΑ, κλπ.), αποταμιεύσεις και χορηγίες από μέλη της οικογένειάς μου, τα οποία, από την πλευρά ιδιαίτερα του πατέρα μου, είχαν μεγάλη οικονομική επιφάνεια. Το κυριότερο είναι ότι δεν εντοπίστηκε κανένα απολύτως ίχνος ροής χρήματος από οποιονδήποτε είχε –ή θα μπορούσε να έχει– σχέση με προμήθειες του Δημοσίου προς εμένα. Τα χρήματα είναι αυταπόδεικτα δικά μου και της συζύγου μου. Η κατηγορία αυτή, για δήθεν ξέπλυμα, ήταν κατασκευασμένη. Πρόκειται για παράδειγμα δικαστικού αυταρχισμού κατά πολιτικού, που θα διδάσκεται στο μέλλον στις Νομικές Σχολές», συμπλήρωσε.

«Δεν υπάρχει προηγούμενο στα δικαστικά χρονικά να αποδίδονται βαρύτατες κατηγορίες, όπως παθητική δωροδοκία ή ξέπλυμα, χωρίς καμιά απολύτως ένδειξη –ηλεκτρονική διαβίβαση ή μαρτυρική κατάθεση– μεταφοράς χρημάτων μεταξύ των εμπλεκόμενων προσώπων», ανέφερε ο κ. Παπαντωνίου.

«Έχω εμπιστοσύνη στην ελληνική Δικαιοσύνη. Είμαι βέβαιος ότι, μετά την περιπέτεια της προηγούμενης διακυβέρνησης, θα βρει το δρόμο της. Πρέπει όμως, η πολιτεία να βοηθήσει», κατέληξε.


σχετικα αρθρα